ΤΑ ΝΕΑ, 8/5/2010
Μπουλβάρ και τραγωδία
Του ΠΑΥΛΟΥ ΤΣΙΜΑ
Θέατρο του παραλόγου στη Βουλή όπου το πολιτικό σύστημα έδειξε πως δεν μπορεί να έλθει σε επαφή με την πραγματικότητα
Τον Δεκέμβριο του 2008, κατά τη συζήτηση του μοιραίου για τη χώρα προϋπολογισμού του 2009, η Βουλή, αφού πρώτα είχε ακούσει έναν πρώην πρωθυπουργό,
τον Κ. Σημίτη, να την προειδοποιεί ότι οι ευρωπαίοι εταίροι μας δεν μας θέλουν άλλο για εταίρους και μας ράβουν κοστούμι ΔΝΤ, άκουσε κι έναν πρώην υπουργό Οικονομικών να την προειδοποιεί ότι μέσα στους επόμενους μήνες έρχεται οικονομικό
και κοινωνικό κραχ.
Ο Αλέκος Παπαδόπουλος, με το γνώριμο «ξινό» ύφος του, είχε προειδοποιήσει πως η διεθνής κρίση που στην Ελλάδα δεν είχε γίνει ακόμη αισθητή θα συναντήσει μια χώρα όχι μόνο σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό αλλά και
παραγωγικά αποξηραμένη (με το 70% του ακαθάριστου εθνικού της εισοδήματος να είναι κατανάλωση και με τη μαύρη οικονομία να ξεπερνά το 45%). Οτι μέσα στα επόμενα 2-3 χρόνια, «το επίπεδο ευημερίας του ελληνικού λαού θα πέσει τουλάχιστον 20%
κάτω από το σημερινό». Και- το χειρότερο- ότι αυτό που επέρχεται στην οικονομία θα συνδυαστεί δημιουργώντας εκρηκτικό μείγμα «με το θεσμικό έλλειμμα της χώρας, ένα πολιτικά ασθενές σύστημα διακυβέρνησης, μια βαθιά καχυποψία κι έναν
παράλυτο διοικητικό μηχανισμό».
Δεκαέξι μήνες αργότερα, ξαναδιαβάζουμε τις προειδοποιήσεις και μοιάζουν πια με διαπιστώσεις του προφανούς. Η σκοτεινή προφητεία της Κασσάνδρας πραγματοποιείται ήδη μπροστά στα μάτια μας. Το
«εκρηκτικό μείγμα» άρχισε ήδη να μυρίζει μπαρούτι.
Και το μόνο που μπορεί ακόμη να μας ξαφνιάζει, αναδρομικά, είναι η μακαριότητα με την οποία η Βουλή του 2008 άκουγε τις προφητείες, η αμεριμνησία με την οποία ένα «ασθενές σύστημα
διακυβέρνησης» άφησε τον χρόνο να κυλήσει, απρόθυμο να αναλάβει κάποια πρωτοβουλία, αντίστοιχη των κινδύνων που μας απειλούσαν, όσο ήταν- ίσως- ακόμη καιρός. Οσο ακόμη θα μπορούσε, ίσως, η χώρα με τις δικές της δυνάμεις, με δική της
πρωτοβουλία, χωρίς τον εξευτελισμό της διεθνούς επιτροπείας και με λιγότερο επώδυνο, βάναυσο και άδικο τρόπο, να οργανώσει την άμυνά της και να βάλει σε κίνηση ένα σχέδιο μεγάλων αλλαγών.
Κι αυτό που, ακόμη περισσότερο, ξαφνιάζει
είναι που ενώ το μοιραίο έχει ήδη επισυμβεί και ο Αννίβας δεν είναι πια προ των πυλών αλλά εντός των τειχών, το πολιτικό σύστημα εξακολουθεί να επιδεικνύει την ίδια αδυναμία να έρθει σε επαφή με την πραγματικότητα.
Η
κοινοβουλευτική συνεδρίαση της περασμένης Τετάρτης ήταν η πλήρης επιβεβαίωση αυτής της αδυναμίας. Μια πρωτοφανής σε μέγεθος και δίχως προηγούμενο σε οργή και απελπισία διαδήλωση είχε παρελάσει μπροστά από τη Βουλή, με συνθήματα που έφερναν
στη μνήμη τον ήχο από τις κατσαρόλες της Αργεντινής και τα συνθήματά της- «que se vayan todos», «να φύγουν όλοι». Και οι «συμβολικές» μολότοφ των μαυροφορεμένων «φίλων του λαού» εναντίον μιας τράπεζας είχαν φέρει ένα απολύτως
πραγματικό και τραγικό- προπάντων επειδή ήταν τόσο προβλέψιμοαποτέλεσμα. Τον θάνατο τριών νέων ανθρώπων. Και οι πολιτικοί αρχηγοί εμφανίστηκαν, κατόπιν αυτών, προ της εθνικής αντιπροσωπείας για μια συζήτηση από την οποία δεν έχουμε να
θυμόμαστε παρά αμήχανους λόγους, άκαιρες αντιδικίες, την προσπάθεια του ΚΚΕ να αποδείξει ότι το «προβοκάρουν» και του κ. Καρατζαφέρη την προσπάθεια να μας πείσει ότι το ΚΚΕ, κοντά 40 χρόνια από την αυτοκτονία του Νίκου Ζαχαριάδη στη
Σιβηρία, ετοιμάζει τάχα τον «τρίτο γύρο» του Εμφυλίου...
Ενιωσα σαν ένας θίασος που έχει μάθει να ανεβάζει μπουλβάρ να εκλήθη, ξαφνικά, να παίξει αρχαία τραγωδία. Και την ερμηνεύει σαν να ερμηνεύει μπουλβάρ.
Είχα την ίδια
αίσθηση και την επομένη, κατά τη συζήτηση μίας από τις πιο δραματικές, βαρυσήμαντες και επώδυνες αποφάσεις που εκλήθη ποτέ να λάβει ελληνικό Κοινοβούλιο. Και όχι τόσο για τις τετριμμένες αντιδικίες όσο για το βροντερό και δίχως αιδώ «όχι»
του μοιραίου ανδρός από τα «ορεινά» καθίσματα. Και για τη δικαιολογία που προσέφεραν οι επιτελείς του κ. Σαμαρά για το επί της αρχής «όχι» του- πως δεν έπρεπε, λέει, να χαρίσει στην Παπαρήγα την αντιπολίτευση και να την αφήσει να καρπωθεί
μόνη όλη την κοινωνική δυσαρέσκεια. Ενα κλασικό πολιτικάντικο «μπουλβάρ» που μετρά υποθετικές ψήφους, την ώρα μιας τραγωδίας, που απειλεί να τα σαρώσει όλα.
Βροντερό και χωρίς αιδώ το «όχι» στα μέτρα του μοιραίου πολιτικού από τα «ορεινά» καθίσματα του Κοινοβουλίου
ΣΑΒΒΑΤΙΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 8/5/2010
Καταβαράθρωσε τη χώρα ο αριστεροδεξιός λαϊκισμός
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΕΛΙΑ
Τον Δεκέμβριο του 2008, κατά τη συζήτηση του τελευταίου προϋπολογισμού της κυβέρνησης Καραμανλή, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, πρώην υπουργός Οικονομικών, Αλέκος Παπαδόπουλος, είχε μιλήσει για «δημοσιονομική κατάρρευση της χώρας», προβλέποντας ότι «στην κρίση που έρχεται τους επόμενους μήνες θα συναντηθεί το οικονομικό κραχ με το κοινωνικό κραχ».
Οπως όλοι αντιλαμβανόμαστε σήμερα, επρόκειτο για μια εφιαλτική «προφητεία», η οποία επαληθεύτηκε απολύτως. Μόνο που δεν ήταν προφητεία. Ηταν το συμπέρασμα από τη γνώση των δεδομένων. Αυτό που αρνούνταν να βγάλουν οι άλλοι, που επίσης γνώριζαν την κατάσταση. Αλλά στρουθοκαμήλιζαν.
Ο Παπαδόπουλος είχε τότε κάνει και μια πρόταση, σχεδόν ασύλληπτη για τους περισσότερους. «Στην κατάσταση που είμαστε, μήπως εμείς να επιζητήσουμε έναν διεθνή οικονομικό έλεγχο, αναλαμβάνοντας, ως πολιτική, οικονομική, κοινωνική, πνευματική ελίτ της χώρας, να γίνει από άλλους αυτό το οποίο έχουμε εμείς ως μέγα χρέος;». Για να καταλήξει: «Η κρίση είναι προ των πυλών. Ο Αννίβας είναι ante portas και έχει σημασία να σωθεί η πόλη, η Ρώμη και όχι οι Καίσαρες, ούτε οι Συγκλητικοί».
Πώς αντιμετωπίστηκε αυτό το φοβερό σήμα κινδύνου; Από τα μέσα ενημέρωσης σχεδόν με αδιαφορία. Μόνο ελάχιστες εφημερίδες έγραψαν δυο λόγια. Από την κυβερνώσα Ν.Δ. του Καραμανλή το ίδιο. Οι μοιραίοι αυτοί άνθρωποι ήταν, βλέπετε, απασχολημένοι με το να γράφουν ψεύτικα στοιχεία στον προϋπολογισμό και να τα στέλνουν στις Βρυξέλλες, αλλά και με το να διορίζουν ασύστολα χιλιάδες στο Δημόσιο, εκτοξεύοντας στα ύψη χρέη και ελλείμματα.
Αλλά και από τον δικό του χώρο, το αντιπολιτευόμενο τότε ΠΑΣΟΚ, κάποιοι μίλησαν για «εμμονές», για «γραφικό», για «νεοφιλελεύθερες απόψεις». Ηταν ακόμη νωπή η εσωκομματική σύγκρουση. Ετσι, αντί κάποιοι από το επιτελείο του Γιώργου Παπανδρέου να αναρωτηθούν μήπως αυτός ο «τρελός» είχε δίκιο, οι προειδοποιήσεις του αγνοήθηκαν. Και ακολούθησαν το «λεφτά υπάρχουν», οι υποσχέσεις για εφαρμογή φιλολαϊκής πολιτικής κ.λπ. Η συνέχεια είναι γνωστή και δεν χρειάζεται να προσθέσουμε τίποτα.
Η κατ' αυτόν τον τρόπο αντιμετώπιση ανθρώπων που, κατά καιρούς, προσπάθησαν να συμμαζέψουν κάποια από τα ασυμμάζευτα της ελληνικής οικονομίας έχει βαθιές ρίζες. Και οφείλεται στον αριστεροδεξιό λαϊκισμό, ο οποίος καταδυναστεύει την ελληνική πολιτική και κοινωνία εδώ και δεκαετίες. Οποιος προσπαθούσε να πει ότι με χρεοκοπημένο το κράτος δεν μπορεί να γίνει κοινωνική πολιτική χαρακτηριζόταν «νεοφιλελεύθερος». Και όχι μόνο από τα κόμματα της παραδοσιακής Αριστεράς, που ζουν στον κόσμο τους. Αλλά και από τους «αριστερούς» του ΠΑΣΟΚ, που σήμερα δεν μπορούν να χωνέψουν ότι η σοσιαλιστική τους κυβέρνηση έφερε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Αλλά και από τους «λαϊκοδεξιούς» της Ν.Δ. του Καραμανλή με την «ήπια προσαρμογή» τους, που διέλυσαν τα πάντα και σήμερα καταψηφίζουν μέτρα που εκείνοι έπρεπε να είχαν πάρει, τουλάχιστον εδώ και ενάμιση χρόνο.
Εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα αναρωτιέμαι αν έχει κάποιο νόημα η αναζήτηση ευθυνών για το σημερινό κατάντημα κι αν μπορεί να βγάλει κάτι θετικό. Η χώρα κινείται στην κόψη του ξυραφιού, εκατομμύρια άνθρωποι βλέπουν το εισόδημά τους να μειώνεται δραματικά, επειδή οι πολιτικοί ενστερνίστηκαν αυτόν τον αριστεροδεξιό λαϊκισμό. Είναι αυτονόητο ότι έχουν την πρώτη ευθύνη. Αλλά δεν είναι οι μόνοι. Δεν είναι άμοιροι ευθυνών οι συνδικαλιστές, που ματαίωσαν κάθε απόπειρα συμμαζέματος, στον βωμό του πρόσκαιρου κέρδους, το οποίο οδήγησε στη σημερινή τραγική ζημιά και για τις παρούσες και για τις επόμενες γενιές. Δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών ούτε εμείς των ΜΜΕ, που δεν αντιδράσαμε, όταν και όσο έπρεπε, στον άθλιο λαϊκισμό των πολιτικών (κάποιοι τον ενίσχυσαν κιόλας), ειδικά όταν η χώρα βρισκόταν πριν από την κατάρρευση, όπως την περιέγραφε ο Αλέκος Παπαδόπουλος πριν από ενάμιση χρόνο.
Το κακό έγινε. Μένει να περισωθεί ό,τι είναι δυνατόν από εδώ και πέρα. Αν είχαν ληφθεί στοιχειώδη μέτρα πριν από δύο ή και πέντε χρόνια, ο ελληνικός λαός θα βίωνε σήμερα ηπιότερα την κρίση. Τώρα αγωνιούμε αν, παρά τα οδυνηρά μέτρα, η χώρα θα σωθεί από τη χρεοκοπία.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 9/5/2010
Ιστορία ενός προαναγγελθέντος θανάτου
Του ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΚΑΣΙΜΑΤΗ
Πείτε το ηττοπάθεια ή όπως αλλιώς προτιμάτε, αλλά <<η βάσιμη ελπίδα να γλιτώσουμε την πτώχευση>>, την οποία διαπιστώνει ο Κωνσταντίνος
Μητσοτάκης στην υπερψήφιση της συμφωνίας με τον μηχανισμό στήριξης, στην πραγματικότητα δεν υπάρχει. (Ο επίτιμος μάλλον το ισχυρίζεται από οικογενειακή υποχρέωση - για να ενισχύσει εμμέσως την απόφαση της Ντόρας...) Ελπίδα να ξεφύγουμε από
τη μοίρα της υπερχρεωμένης οικονομίας μας δεν υπάρχει, γιατί η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης δεν έχει τη διάθεση να ακούσει. Επιμένει να ζει τον ηδονιστικό μύθο της, βέβαιη ότι πάντα θα υπάρχει ένας μαγικός τρόπος (η μαγκιά του Ελληνα,
βλέπετε...) ώστε να δουλεύεις λιγότερο και να ζεις πλουσιότερα.
Το πρόβλημα ήταν γνωστό και είχε περιγραφεί λεπτομερώς από τον Απόστολο Λάζαρη τον Μάιο του 1988, στην έκθεση που είχε συντάξει για την κατάσταση της οικονομίας, με
αποδέκτη τον Ανδρέα Παπανδρέου: <<Σ' αυτή τη δύσκολη κατάσταση φτάσαμε λόγω των ανεξέλεγκτων αυξήσεων των δημοσίων δαπανών κατά τα προηγούμενα χρόνια. Και το πρόβλημα τώρα είναι ότι δεν μπορούμε πια εύκολα να ελέγξουμε την κατάσταση,
γιατί μπήκε ήδη σε λειτουργία ο αυτόματος πιλότος του δημοσίου χρέους και άλλων ανελαστικών κονδυλίων, που επηρεάζουν αυτόνομα τη διαμόρφωση του προϋπολογισμού, ανεξάρτητα, δηλαδή, από την κυβερνητική βούληση>>.
Μέσω του
δανεισμού, οι κυβερνήσεις του Παπανδρέου δεκαπλασίασαν τις δημόσιες δαπάνες μέσα στα πρώτα επτά χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ, χτίζοντας έτσι το κομματικό κράτος. Οκτώ χρόνια μετά την προειδοποίηση του Απ. Λάζαρη, το κράτος
είχε πλέον αυτονομηθεί και καθοδηγούσε τις κυβερνήσεις. Τότε, το 1996, με συνέντευξή του σε τούτη την εφημερίδα, ο Στέφανος Μάνος προειδοποιούσε: <<Το κράτος ξοδεύει χωρίς κανέναν έλεγχο. Δεν διορθώνεται αυτή η κατάσταση με μικρά
βήματα.
Την κατάσταση έχει αποδώσει πλήρως ο κ. Σημίτης, με αυτά που λέει για "το κλίμα του ωχαδελφισμού, την κοινωνία της αρπαχτής και των κολλητών", αλλά δεν είναι σε θέση να προσφέρει τη λύση. Ο χαρακτήρας
και το
μέγεθος του κράτους είναι αυτά που μας έκαναν να γίνουμε έτσι. Βολεμένοι, συμβιβασμένοι, φοβούμενοι κάθε αλλαγή. Κανείς δεν θέλει να
τα βάλει μαζί του γιατί όλοι έχουν δημιουργήσει σχέσεις εξάρτησης. Το κράτος είναι βαθύτατα διεφθαρμένο
σε όλες του τις βαθμίδες, εκτός ελέγχου. Επηρέασε ακόμη και τον επιχειρηματικό κόσμο, που είναι από τη φύση του καινοτόμος>>.
Το 2008, είκοσι χρόνια μετά τον Απ. Λάζαρη, στην ομιλία του για τον προϋπολογισμό του 2009, ο
Αλέκος Παπαδόπουλος
φώναζε σε ώτα μη ακουόντων: <<Πρέπει να ομολογήσουμε ενώπιον του ελληνικού λαού ότι ένας ιδιότυπος παραπλανητικός λαϊκισμός διατρέχει το σύνολο της πολιτικής ζωής της χώρας μας. Είναι εκείνος ο οποίος δημιούργησε την πεποίθηση ότι η άσκηση πολιτικής δεν είναι η παραγωγή πλούτου, αλλά η άσκηση πολιτικής γίνεται με δανεικά [...] Η σημερινή κρίση συναντά μια χώρα χωρίς παραγωγική βάση, με αποξηραμένες παραγωγικές δυνατότητες, αφού στο ΑΕΠ μας το 70% είναι κατανάλωση, με μια εκτεταμένη μαύρη οικονομία πάνω από 45%. Αυτό συνδυάζεται με τη θεσμική καταρράκωση της χώρας. Συνδυάζεται, επίσης, με το υψηλότερο στον κόσμο -και πρέπει να το πούμε στον ελληνικό λαό- έλλειμμα στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, αλλά και με το δημόσιο χρέος. Αυτό το δημοσιονομικό κατάντημα, που είναι το χειρότερο στην Ευρώπη, δείχνει πολύ χαρακτηριστικά ότι το επόμενο διάστημα, στην κρίση που έρχεται τους επόμενους μήνες, το οικονομικό κραχ θα συναντηθεί με το κοινωνικό κραχ>>.
Επομένως, το πρόβλημα ήταν εξαρχής γνωστό σε όσους είχαν το θάρρος να το κοιτάξουν, αλλά ήσαν λίγοι και οι πολλοί τους θεωρούσαν γραφικούς,
νεοφιλελεύθερους ή, απλώς, ενοχλητικούς...
Θα υπήρχε ελπίδα αν ο πολιτικός κόσμος αποφάσιζε να κάνει τη δουλειά του, δηλαδή να οδηγήσει την κοινωνία, αντί να σύρεται πίσω από τους ψηφοφόρους και να τους τροφοδοτεί με φρούδες ελπίδες. Αν
οι πολιτικοί - όσοι τουλάχιστον έχουν αίσθηση της ευθύνης τους- εξηγούσαν ευθέως την κατάσταση και δεν την παρουσίαζαν συγκεκαλυμμένη με στομφώδεις κορώνες και λυρικές αρλούμπες. Πώς να το τολμήσουν, όμως, όταν αυτό θα τους υποχρέωνε
αυτομάτως να δώσουν και εξηγήσεις για την πορεία ώς εδώ και τη στάση τους στο παρελθόν; Ετσι, σήμερα, της προσπάθειας για την εφαρμογή του προγράμματος διάσωσης ηγείται ένας πολιτικός, ο οποίος μόλις πριν από επτά μήνες επανελάμβανε
ενσυνειδήτως το ψέμα ότι <<λεφτά υπάρχουν>>, προκειμένου να κερδίσει τις εκλογές. Είναι επόμενο, λοιπόν, ο Γιώργος Παπανδρέου να καταβάλλει την προσπάθεια και, συγχρόνως, να την υπονομεύει, αφού με κάθε τρόπο φροντίζει να
μεταδίδει πόσο αβάστακτη του είναι η αντιμετώπιση της δυσάρεστης πραγματικότητας. Κρύβεται πίσω από την παραδοσιακή πασοκική ρητορική του ηρωικού αγώνα των Ελλήνων εναντίον της ξένης κηδεμονίας, αντί να εξηγήσει απερίφραστα πόσο τυχεροί
είμαστε επειδή -λόγω του κινδύνου για το ευρώ και μόνον- προστρέχουν οι ξένοι στη σωτηρία μας.
Ως εναλλακτική επιλογή προβάλλει ο Αντώνης Σαμαράς, ο οποίος καταψήφισε τη συμφωνία χρηματοδότησης από τον μηχανισμό στήριξης, <<όχι
γιατί αρνούμαστε τη χρηματοδοτική στήριξη, που το ΠΑΣΟΚ κατέστησε απαραίτητη πλέον, αλλά διότι διαφωνούμε με την πολιτική που μας οδήγησε ώς εδώ>>! Με απλά λόγια, μας λέει ότι δεν αρνείται την πραγματικότητα, αλλά την πορεία που μας
οδήγησε στην πραγματικότητα.
Και λοιπόν; Είτε διαφωνεί κανείς με την πορεία είτε όχι, η πραγματικότητα παραμένει η ίδια. Δυσκολεύομαι να καταλάβω -μολονότι πολύ θα το ήθελα- σε τι διαφέρει αυτή η ενσυνείδητη άρνηση της πραγματικότητας
από την ανάλογη στάση της Αριστεράς, η οποία, ούτως ή άλλως, κινείται μονίμως στη σφαίρα του φανταστικού.
Ολα αυτά, όμως, εκπέμπουν προς τα έξω την εικόνα ότι το οικονομικό πρόβλημα της Ελλάδος είναι συνυφασμένο και αξεδιάλυτο από το
πολιτικό και το πολιτισμικό. Δεν πρόκειται, λοιπόν, να χάσουν ούτε τον χρόνο ούτε τα κεφάλαιά τους προκειμένου να διασώσουν μια χώρα που δεν θέλει η ίδια να σωθεί. Η πρωτοφανής επιχείρηση για τη διάσωσή μας είναι ό,τι για τον εθισμένο στην
ηρωίνη η εισαγωγή του στην κλινική αποτοξίνωσης.
Αν όμως ο ίδιος δεν έχει τη δύναμη να ακολουθήσει τη θεραπεία, είναι βέβαιο ότι θα ξανακυλήσει στα ίδια. Αν ο πολιτικός κόσμος ανεδείκνυε την αποφασιστικότητά του να εφαρμόσει το σχέδιο
διάσωσης, αδιαφορώντας για τις απώλειες στις τάξεις του, είναι βέβαιο ότι οι ελεγκτές θα αντιμετώπιζαν με επιείκεια τις επιδόσεις μας. Θα κάνουν, όμως, το ίδιο όταν βλέπουν την πολιτική τάξη απρόθυμη να αποκαλύψει στους Ελληνες ότι το
<<Greek dream>> τελείωσε για όλους μας; Η πολιτική ηγεσία του τόπου, ανησυχώντας κυρίως για το δικό της αύριο, επιχειρεί να πείσει τον ασθενή να ακολουθήσει μια οδυνηρή θεραπεία, ενώ την ίδια στιγμή κάνει ό,τι μπορεί ώστε ο
ασθενής να μην καταλάβει τη φύση της ασθένειάς του. Τέτοιους πολιτικούς είχε και η Αργεντινή και είδατε πού κατάντησε μια χώρα η οποία, πριν από περίπου έναν αιώνα, ήταν η τρίτη πλουσιότερη στον κόσμο... Ποιον κοροϊδεύουν;
Ως
υστερόγραφο στα παραπάνω, μία είδηση από το μέτωπο της περιστολής του δημόσιου τομέα. Ως γνωστόν, ανακοινώθηκε, με τις δέουσες τυμπανοκρουσίες, ότι ο <<Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού Α.Ε.>> πρόκειται να κλείσει.
Ωστόσο, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (αριθμός φύλλου 152, 30 Απριλίου 2010) δημοσιεύεται απόφαση, υπογεγραμμένη από τον υπουργό Πολιτισμού Παύλο Γερουλάνο, με την οποία οι θέσεις των δεκαπέντε παραιτηθέντων στελεχών της προηγούμενης
διοίκησης του υπό κατάργηση οργανισμού καλύπτονται με τον διορισμό άλλων δεκαπέντε ατόμων, για τον υπόλοιπο χρόνο της θητείας των παραιτηθέντων, ο οποίος λήγει στις 18 Ιουνίου 2014! Κατόπιν τούτου, πιστεύετε σοβαρά ότι υπάρχει ελπίδα
διάσωσης;
|