Ομιλία στην Εκδήλωση

‘‘Μεταπολίτευση, Αλλαγή, Νέα Διακυβέρνηση: Η Ελλάδα Αύριο‘‘

στα πλαίσια του ερευνητικού προγράμματος του ΚΠΕΕ

‘‘Ελλάδα 2010 – Σχεδιάζουμε το Μέλλον, Δημιουργούμε το Νέο‘‘

Ξενοδοχείο Hilton, 12 / 12 / 2005

 

Κυρίες και Κύριοι,

Η σημερινή ανάλυση δε μπορεί παρά να συνδυάζει την κίνηση της βαθιάς ιστορίας, όπως θα έλεγαν οι γάλλοι ιστορικοί της Σχολής των Αρχείων (Ecole des Annales), μέσα από μια ιστορική αποτίμηση της πορείας της Ελλάδας το τελευταίο τέταρτο του αιώνα.

Είναι αναμφισβήτητο ότι ο κύκλος της μεταπολίτευσης έχει οριστικά και αμετάκλητα κλείσει κι ότι η χώρα μοιάζει λίγο με έναν νεαρό που τριανταρίζει και που είναι πλέον έτοιμος να ξεφύγει και να κοιτάξει τον κόσμο μόνο μέσα από τη δική του ματιά. Ματιά απελευθερωμένη, τόσο από τα θεωρητικά και ιδεολογικά σχήματα της εφηβείας του (κύκλος της μεταπολίτευσης), όσο και από τα ιστορικά βιώματα του παρελθόντος (το εκκρεμές του ελληνισμού).

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Αντρέας Παπανδρέου, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης κι ο Κώστας Σημίτης, συν-διαμόρφωσαν, με το τρόπο τους και τις δικές τους πεποιθήσεις, με τις επιτυχίες, ίσως περισσότερο ακόμη με τις αποτυχίες τους, την σημερινή μας πατρίδα. Διαμόρφωσαν, για να χρησιμοποιήσω την προηγούμενη εικόνα, τον χαρακτήρα του σημερινού τριαντάρη.

Υπάρχει ισχυρισμός ότι η πορεία αυτή της Ελλάδας προς τα εμπρός δεν μπορεί να προκύψει μέσα από μανιχαϊστικά διλήμματα περί ‘προόδου’ και ‘συντήρησης’, ‘εκσυγχρονισμού’ και ‘παράδοσης’, πόσο μάλλον μέσα από τη χρήση όρων-στερεοτύπων της πάλαι πότε ιδεολογικής διαπάλης αριστεράς και δεξιάς.

Φοβάμαι ότι η οικονομική κρίση που πρόκειται να βιώσουμε την αμέσως επόμενη περίοδο, δεν έχω καμία αμφιβολία για αυτό, θα θέσει υπό δοκιμασία τον φιλελευθερισμό στο οικονομικό επίπεδο, εντείνοντας στην κοινωνία μας τα φοβικά της σύνδρομα.

Για να δώσω μια εικόνα των κινδύνων που μπορεί να υποκρύπτει μια     τέτοια κατάσταση, θα καταφύγω σε ένα παράδειγμα εκτός Ελλάδας, την Ισπανία.

Στην περίπτωση της Ισπανίας, η κόπωση από την πολυετή παραμονή στην εξουσία του σοσιαλιστικού κόμματος, καθώς και η εμφάνιση συμπτωμάτων λειτουργικής αδιαφάνειας, έφερε στην εξουσία μια δεξιά κυβέρνηση.

Η κυβέρνηση αυτή ακολούθησε στο επίπεδο της οικονομικής πολιτικής την γραμμή των ισπανών σοσιαλιστών, εμβαθύνοντας όμως το οικονομικό άνοιγμα της χώρας κι εκμεταλλευόμενη μια θετική παγκόσμια οικονομική συγκυρία (την δεκαετία του ’90) , βοήθησε την Ισπανία να ξαναγίνει μια υπολογίσιμη οικονομική δύναμη, αφού     βεβαίως        ξεπέρασε το πρόβλημα της ανεργίας που είχε κινδυνέψει να     ναρκοθετήσει το κοινωνικό κλίμα της χώρας.

Παράλληλα, όμως ήταν μια συντηρητική κυβέρνηση στα κοινωνικά     ζητήματα, με πολύ έντονη επιρροή από την καθολική εκκλησία. Κι η συντηρητική αυτή στροφή έφερε εν τέλει την κυβέρνηση σε ευθεία σύγκρουση με την ίδια την ισπανική κοινωνία.

Κι αν εξ αποστάσεως πιστεύουμε ότι ήταν η τρομοκρατική επίθεση του Μαρτίου που έριξε την κυβέρνηση, κάνουμε μεγάλο λάθος. Σαφώς, η πολιτική στην περίπτωση του Ιράκ, ήταν καθοριστική. Ήταν όμως, κατ’ αναλογία, η ίδια συντηρητική άποψη του Αθνάρ, ότι εμείς γνωρίζουμε καλύτερα από την κοινωνία τι χρειάζεται, που καθοδήγησε σημαντικές υπόγειες κοινωνικές διεργασίες και δυνάμεις να δράσουν.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο, ότι τα βασικά μέτρα της νέας σοσιαλιστικής κυβέρνησης κινούνται στο επίπεδο των κοινωνικών θεσμών και θεωρούνται μια δεύτερη, φιλελεύθερη άνοιξη.

Αν κοιτάξουμε προς την Αμερική, το ίδιο θα δούμε: ο πατριωτισμός και τα εθνικά σύμβολα καλύπτουν μια ολομέτωπη επίθεση ενάντια στο φιλελεύθερο κράτος που έστησαν ο Κένεντι, ο Τζόνσον και το Ανώτατο Δικαστήριο τη δεκαετία του ’60.

Ποια είναι άραγε τα μεγάλα ερωτήματα που βρίσκονται στην καρδιά της διαπάλης συντηρητισμού και προόδου;

Και τα σημειώνω για να πω το εξής: δεν μπορείς να είσαι δυϊστής, δεν μπορείς να είσαι φιλελεύθερος σε θέματα οικονομίας και συντηρητικός σε θέματα κοινωνίας.

Αλλιώς δεν είσαι φιλελεύθερος σε κανένα από τα δυο και τότε η συμπεριφορά της κοινωνίας μοιάζει με κάτι επικίνδυνα κίβδηλο.

Ή μήπως η δήθεν αποδοχή από την ελληνική κοινωνία των φιλελεύθερων προτύπων στην οικονομία είναι η αποδοχή τους ως πιο αποτελεσματικά στην παραγωγή εισοδήματος για την υποστήριξη του σύγχρονου νέο-ελληνικού βαρβαρικού μικροαστικού υπερ-καταναλωτισμού;

Το φιλελεύθερο κίνημα, σημαίνει φιλελεύθερη άποψη σε όλα. Σημαίνει κυρίως άνοιγμα στο καινούργιο και εξωστρέφεια, κι όχι έναν επικίνδυνο αυτισμό σαν αυτόν στον οποίο προσφάτως έχουμε περιέλθει. Μόνο τότε παίρνει νόημα η παράδοση και η επιστροφή σε αξίες κι όχι όταν λειτουργεί σαν αμυντικό σύνδρομο. Αυτή είναι και η διαφορά στην  Ισπανία, για να πιάσω το προηγούμενο παράδειγμα, γιατί το οικονομικό άνοιγμα έφερε μαζί του το συνολικότερο άνοιγμα της ισπανικής κοινωνίας σε νέες ιδέες και επιρροές.

Ή οι Ινδοί, λαός ιστορικός και βαθύς, χάνουν κάτι από την ιστορικότητά τους ή από την ταυτότητά τους, όταν έχουν καταφέρει να είναι το ‘back office’ όλων των πολυεθνικών της ανεπτυγμένης δύσης;

Και γιατί δεν μπορούμε να γίνουμε εμείς το αντίστοιχο κέντρο για την Ευρώπη;

Φοβούμαι ότι η απάντηση στο ερώτημα αυτό συνδέεται με αλήθειες που η πολιτική τάξη της χώρας και άλλες ιθύνουσες ηγεσίες επιδεικτικά τις προσπερνούν. Το παραγωγικό και δημοσιονομικό έλλειμμα κάθε μέρα    γίνεται εφιαλτικό. Η χώρα έχει εισέλθει ήδη σε μεγάλη αδιέξοδη     περιπέτεια. Χρειάζεται αφύπνιση από τη βολική αντίληψη ότι οι λύσεις θα ’ρθουν από τον ουρανό και σ’ αυτά η κυβέρνηση απαντά με τον χορό των ερυθροδέρμων: γύρω από τη φωτιά και ποτέ μέσα. Δυστυχώς η  Ελλάδα εξακολουθεί να βιώνει την ανισορροπία των τελευταίων 50 χρόνων, δηλαδή μια νοσηρή παρασιτική υπερκατανάλωση ενός άξεστου πλούτου που στηρίζεται στην παραοικονομία. Αυτή είναι και η παθογενής αιτία όλων των συμπτωμάτων όπως τα αδύναμα δημοσιονομικά και   κυρίως η αποσάθρωση κάθε μέρα του παραγωγικού ιστού. Είμαστε δηλαδή μια χώρα που «παράγει» ανθυγιεινό πλούτο που ταυτόχρονα συμπαρασύρει σε απαξίωση και τις άλλες θεσμικές λειτουργίες του      κράτους. Η άποψή μου είναι καθαρή. Απαιτείται επανακαθορισμός των λειτουργιών της χώρας, μέσα από εκτεταμένες, καθολικές και πειθαρχημένες μεταρρυθμίσεις σε όλες τις εκφάνσεις. Επιβάλλεται αυστηρή δημοσιονομική προσαρμογή που δεν τη βλέπω να κρατάει λιγότερο από 10 χρόνια, με συνεπή και πειθαρχημένο τρόπο.

Πολλοί αυτό το ερμηνεύουν ως πρόταση λιτότητας, το γνωστό    ψευδοδίλλημα και η παγίδα όπου είναι σήμερα εγκλωβισμένη η πολιτική σκέψη στην Ελλάδα. Το να νοικοκυρέψεις το κράτος δεν συνιστά λιτότητα. Γιατί τα ύποπτα εισοδήματα δεν είναι τα ασθενή εισοδήματα. Τα ύποπτα εισοδήματα στα οποία επενδύθηκε ολόκληρη νοοτροπία επί 50 χρόνια είναι τα μεσαία εισοδήματα και πάνω, τα αφανή, εκείνα τα οποία γέννησε ο παρασιτισμός. Εδώ απαιτείται να γίνουν μεγάλες πολιτικές επενδύσεις το αμέσως επόμενο διάστημα και να απελευθερωθεί το    σχολάζον δυναμικό το οποίο νιώθει κάθε μέρα την ανάγκη προσαρμογής της χώρας μας στα νέα δεδομένα. 

Είναι κοινή πεποίθηση ότι η σημερινή κυβέρνηση, με τον λαϊκισμό που κουβαλάει, δεν μπορεί να δρομολογήσει τις μεγάλες αποφάσεις που απαιτούνται. Εφόσον όμως το ΠΑΣΟΚ κληθεί ξανά από τον ελληνικό λαό να βγάλει πάλι τα κάστανα από τη φωτιά, όπως έγινε το ’93, οφείλει να οικοδομήσει επιτέλους όλα εκείνα τα αναγκαία εξυγιαντικά και μεταρρυθμιστικά μέτρα με τη γλώσσα του μέλλοντος, αλλά με μια ακόμη προϋπόθεση: να δεχθεί a priori τον κίνδυνο να χάσει τις επόμενες εκλογές. Ίσως να ακούγονται δραματοποιημένα αυτά, φοβούμαι όμως ότι είναι η πραγματικότητα. Έχω την πεποίθηση ότι το εκλογικό σώμα   σήμερα είναι πολύ πιο υποψιασμένο από αυτό που ήταν πριν από 15 χρόνια. Αντιδρά πιο ώριμα και πιο θετικά σε κάθε ειλικρινή μεταρρυθμιστική προσπάθεια, γεγονός που μειώνει το πολιτικό κόστος. Άλλο όμως είναι να επιχειρείς μεταρρυθμίσεις και άλλο να υποδύεσαι το μεταρρυθμιστή. Οι μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται δε μπορεί να είναι    τίποτα περισσότερο ή λιγότερο από αυτές που έκαναν οι σοσιαλιστικές κυβερνήσεις στην Πορτογαλία και στην Ισπανία ή και στη Σκανδιναβία, μια και έχει γίνει της μόδας.

Η ρητορική του πολιτικαντισμού στην Ελλάδα καθημερινά    συμπεριλαμβάνει τη φράση «κοινωνικό κράτος». Αλλά το εκλαμβάνει ως πολιτικά εμπορεύσιμες παροχές. Δεν οικοδομείται όμως κοινωνικό κράτος με δανεικά και ακάλυπτες επιταγές. Κοινωνικό κράτος σημαίνει επίσης ένα απλό πράγμα: ότι δεν μπορείς να διαθέτεις από την φορολογία που εισπράττεις από τους πολίτες 10 δις ευρώ τον χρόνο για να πληρώνεις τους τόκους της ανευθυνότητάς σου. Δεν υπάρχει καμία χώρα στον κόσμο με τραγικά υψηλό δημόσιο χρέος, όπως η Ελλάδα, όπου τελικά να πρόκοψε και να αναπτύχθηκε και ας μην τυχόν μου επικαλεσθεί κάποιος την Ιρλανδία και το Βέλγιο γιατί το μείωσαν σημαντικά. Κοινωνικό       κράτος προϋποθέτει ανταγωνιστική οικονομική δραστηριότητα που να παράγει υγιή πλούτο. Απαιτεί συντεταγμένες και συνεχείς      μεταρρυθμίσεις οι οποίες διατηρούν αναπτυσσόμενη και όχι καθημαγμένη την οικονομία ώστε να εξασφαλίζεται και στους ανήμπορους πολίτες ένα ασφαλές περιβάλλον σε εργασία, ασφάλιση, παιδεία, υγεία. Όλα τα άλλα δεν είναι κοινωνικό κράτος, είναι λαϊκισμός. Χρειάζεται αποκατάσταση των εννοιών στη χώρα μας.

Και πώς άραγε θα χτυπηθεί ο παρασιτισμός;

Όπως χτυπήθηκε και σε άλλες χώρες. Πρέπει να εξαφανιστούν οι αγκυλώσεις ώστε να ενθαρρυνθούν νέες υγιείς οικονομικές δυνάμεις που θα βλαστήσουν τα νέα παραγωγικά περιβάλλοντα στη χώρα. Να απαλλαγεί ο λαός και η οικονομία από τις δραχμοβόρες αντιπαραγωγικές δραστηριότητες του δημοσίου. Να γίνει προσκλητήριο με εγγυήσεις στους 16.000 Ελληνόπαιδες που διαπρέπουν σε Πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα σε Ευρώπη και Αμερική. Να έρθουν και, χωρίς          χάρτινες αξιολογήσεις, ισοπεδωτικά μισθολόγια και δημοσιοϋπαλληλισμούς, να δώσουν τη σύγχρονη πνοή στη στατική και αποκαμωμένη παιδεία και οικονομία. Για μια χώρα υψηλών υπηρεσιών και ποιοτικών προϊόντων. Να μην αντιμετωπίζουμε την πολύπαθη δημόσια διοίκηση ως λάφυρο εξουσίας. Να μη διώχνουμε ούτε εμείς ούτε εσείς ικανά στελέχη επειδή δεν συγχροτίζονται πολιτικά μαζί μας. Να    αξιοποιήσουμε με τρόπους οργανωμένης ενθάρρυνσης την οικονομική δραστηριότητα στις αναδυόμενες οικονομίες των Βαλκανίων, όπως ήδη επιτυχημένα έχουν κάνει οι ελληνικές τράπεζες εκεί. Να ενσωματώσουμε την οικονομία της γνώσης. Να δαμάσουμε και να ενσωματώσουμε τη σύγχρονη τεχνολογία και άλλα πολλά. Όλα τα άλλα, τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα, είναι για να αναπαράγει η πολιτική τάξη τον εαυτό της.

Πολλοί θα πουν με ιδιαίτερη ευκολία ότι ο Παπαδόπουλος προτείνει ουτοπίες. Αυτή είναι η θεωρία εκείνων που έχουν κάθε συμφέρον να   αφήσουν τη χώρα καθηλωμένη, μολονότι νιώθουν και αυτοί την ανάγκη προσαρμογής στα νέα δεδομένα. Η χώρα πρέπει να προχωρήσει σε μια ανασύνθεση στόχων και λειτουργιών. Προσωπικά, έτσι αντιλαμβάνομαι το μήνυμα του Γ. Παπανδρέου για υπέρβαση και φυγή προς τα μπρος.   Είναι αλήθεια ότι πολλοί μπορεί να τα θεωρούν μια μάταιη προσπάθεια. Αλλά, όπως είπε ο Δημήτρης Τσάτσος, η δήθεν μάταιη προσπάθεια, δεν είναι μια άχρηστη προσπάθεια. Η «μάταιη» προσπάθεια γεννά προοπτική και ελπίδα και ανοίγει δρόμους όταν οι ανάγκες είναι τόσο επιτακτικές.

 

 

   Ομιλίες

   Συνεντεύξεις

   Video

   Βουλή

 

Best viewed with:

800 x 600

 

Home