Κέντρο «Ανδρέου» -Μαυρούδι Θεσπρωτίας
Κυριακή 25/1/2004 – Ωρα: 11.00
Αγαπητοί φίλοι, Υποτίθεται ότι η σημερινή μας συνάντηση είναι αποχαιρετιστήρια. Η αφορμή είναι το ότι δεν θα είμαι ξανά υποψήφιος βουλευτής Θεσπρωτίας. Όταν μάλιστα την προγραμμάτιζα, δεν επρόκειτο να είμαι υποψήφιος βουλευτής γενικά σε αυτές τις εκλογές. Τίποτε από τα παραπάνω όμως δεν ισχύει πια. Πρώτα απ’ όλα, δεν θα μπορούσε ποτέ στ’ αλήθεια να είναι αποχαιρετιστήρια οποιαδήποτε συνάντησή μας. Δεν είναι δυνατόν να αποχαιρετήσω την πατρίδα μου, το σπίτι του πατέρα μου, τον εαυτό μου εντέλει. Επιπλέον η μεταξύ μας σχέση δεν ήταν ποτέ η σχέση πολιτευόμενου – ψηφοφόρου και γι αυτό δεν καταργείται από το γεγονός ότι δεν θα είμαι βουλευτής Θεσπρωτίας. Όπως όμως ήδη γνωρίζετε δεν ισχύει πια και το ότι δεν θα είμαι υποψήφιος. Θα εκτεθώ στη Β’ Αθήνας. Αυτό καθαυτό το γεγονός είναι μάλλον τεχνικό θέμα. Εκείνο που έχει πραγματικά σημασία είναι τα όσα συμβαίνουν σήμερα στη χώρα και αυτά θέλω σήμερα να κουβεντιάσουμε. Με μια πρωτοφανή για τα ελληνικά πολιτικά ήθη πρωτοβουλία, ο Κ. Σημίτης άνοιξε το δρόμο για την ανάληψη της αρχηγίας του ΠΑΣΟΚ από το Γ. Παπανδρέου. Την ίδια την κίνηση θα την αποτιμήσουμε όλοι στη σωστή της διάσταση, μόλις καταλαγιάσει ο θόρυβος. Τα αποτελέσματά της όμως αποκτούν διαστάσεις κοσμογονικού, σχεδόν μεταφυσικού φαινομένου. Κι αν σας φαίνεται υπερβολικός ο χαρακτηρισμός, ρίξτε μια ματιά γύρω σας, αφουγκραστείτε και θα καταλάβετε πως μπορεί να είναι και μετριοπαθής. Όπως έχω ήδη πει, πρόκειται για τη δημιουργία νέων πολιτικών συντεταγμένων, για μια βοή της κοινωνίας, που ξεπερνάει κατά πολύ τα όρια του κομματικού χώρου. Ένα αίτημα για αλλαγή εκ θεμελίων στις πολιτικές, στις νοοτροπίες, στα πρόσωπα. Αυτό το αίτημα, που φαινόταν να λανθάνει στο συλλογικό ασυνείδητο, αφυπνίσθηκε και πρέπει τώρα να γίνει συνείδηση και κτήμα του μέσου πολίτη, πρέπει να αποκτήσει σχήμα και περιεχόμενο. Αυτός είναι ο ρόλος των πολιτικών. Αυτό είναι που ξανακάνει την πολιτική μια συναρπαστική περιπέτεια, στην οποία θέλω να συμμετέχω. Αναρωτιέται κανείς όμως τι είναι αυτό που πυροδοτεί αυτή την ένταση του φαινομένου. Αναμφισβήτητα, ο Γ. Παπανδρέου είναι καταλυτικός παράγοντας. Τη δεκαετία του ’80, ο Α. Παπανδρέου ήταν ο κοινωνικός διεμβολιστής, που ανέτρεψε το κοινωνικό status, που ανέσυρε από το περιθώριο, όπου βρίσκονταν, τα ανερχόμενα μικροαστικά και τα λαϊκά στρώματα και νομιμοποίησε την παρουσία τους στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας, διατηρώντας μια έντονα συναισθηματική σχέση με το λαό. Η δεκαετία του ’90 σηματοδοτήθηκε από την ηγεσία του Κ. Σημίτη. Ήταν η εποχή που η Ελλάδα έπρεπε να επιλέξει αν θα έμενε κλεισμένη στην άκρη της Βαλκανικής χερσονήσου ή θα έμπαινε στην περιπέτεια της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Αυτή η προσπάθεια χρειαζόταν τη μεθοδικότητα και τον ορθολογισμό του Κ. Σημίτη, χαρακτηριστικά όχι συνήθη στην πολιτική μας ζωή. Ο Γ. Παπανδρέου συγκεντρώνει τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά και των δύο αυτών πολιτικών σχολών, προσθέτοντας μια εντελώς σύγχρονη αντίληψη για την πολιτική και την άσκησή της. Κινείται έξω από την εσωστρεφή πολιτική αντίληψη, έχει τη διεθνή διάσταση των πραγμάτων, έχει τεχνοκρατική και ορθολογική προσέγγιση στα προβλήματα και συγχρόνως εμπνέει και συνεγείρει την κοινωνία. Τη στάση του αυτή ο λαός την αισθάνεται ήδη ως αυθεντική και γι αυτό εκφράζει τόσο έντονα την ανταπόκρισή του. Σχηματοποιείται ήδη ένα νέο όραμα για την Ελλάδα όχι μόνο του σήμερα αλλά την Ελλάδα των επόμενων γενιών. Αυτό το όραμα απελευθερώνει και κινητοποιεί τεράστιες κοινωνικές δυνάμεις, που διεκδικούν τη συμμετοχή στην υλοποίησή του. Ως συντονιστής της επιτροπής του προγράμματος έχω τη μεγάλη τιμή και τη βαρύτατη ευθύνη αλλά και την απερίγραπτη χαρά να δώσω μορφή και συγκεκριμένο περιεχόμενο σε αυτό το όραμα. Υπό το Γ. Παπανδρέου η διαδικασία κατάρτισης του προγράμματος αποκτά ένα νέο στοιχείο. Αυτό του ζωντανού και πρωτότυπου διαλόγου, όπου όλοι μπορούν να συμμετέχουν και κανένα θέμα δεν αποτελεί ταμπού. Η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών για το σκοπό αυτό είχε ως αποτέλεσμα να έρθουν κοντά μας και να συμμετάσχουν ενεργά οι νέοι. Αυτό από μόνο του αποτελεί ένα συγκλονιστικό γεγονός, που την πραγματική σημασία του δεν έχουμε ακόμη συνειδητοποιήσει, αποτελεί όμως τη χαρακτηριστικότερη έκφραση του κοσμογονικού γεγονότος για το οποίο συζητάμε σήμερα. Θα ρωτήσει κανείς: γιατί να εμπιστευθούμε πάλι το ΠΑΣΟΚ. Επειδή άλλαξε αρχηγό? Δεν πρόκειται για το ίδιο κόμμα που λίγο καιρό πριν αποδοκιμάζαμε? Θα σας πω κατ΄ αρχήν ότι ο αρχηγός αλλάζει τα πάντα. Πολύ περισσότερο όταν η κοινωνική του αποδοχή είναι τόσο μεγάλη και η διαδικασία εκλογής του τού παρέχει τέτοια νομιμοποίηση ώστε να μην υποχρεώνεται σε συμβιβασμούς και εκπτώσεις. Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο, που αξίζει να σχολιάσουμε. Αν έχει οποιαδήποτε αξία να ασχοληθούμε με τις δημοσκοπήσεις δεν είναι για την πρόθεση ψήφου, την παράσταση νίκης και άλλα ανούσια, που κατέκλυσαν την καθημερινότητά μας και τελικά αποπροσανατόλιζαν και αποπολιτικοποιούσαν τη συζήτηση. Εκείνο που φαινόταν σε όλες τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων δύο χρόνων ήταν ότι ο κόσμος, που εξέφραζε με ιδιαίτερη έμφαση τη δυσαρέσκειά του για τις ασκούμενες πολιτικές, την ίδια στιγμή αρνιόταν να εμπιστευθεί τη Δεξιά και εναπέθετε τις προσδοκίες του πάλι στο ΠΑΣΟΚ. Δυσπιστούσε αλλά ήλπιζε. Μας φώναζε ότι πρέπει να αλλάξουμε, ότι κάτι πάει στραβά. Εμείς όμως δεν ακούγαμε. Γιατί? Ήταν βόλεμα, αλαζονία, άλλες προτεραιότητες, ανεπάρκεια? Ήταν όλα αυτά. Καμία αυτοκριτική δεν είναι αρκετή. Καμία αυτοκριτική όμως δεν μπορεί να αναιρέσει δύο πραγματικά στοιχεία. Το πρώτο είναι ότι πετύχαμε σε ότι αποτελούσε το στρατηγικό στόχο της προηγούμενης περιόδου, την ένταξη δηλαδή στην ΟΝΕ και παράλληλα στη δημιουργία υποδομών απαραίτητων για την παραπέρα προσπάθεια ανάπτυξης. Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι σε όλη αυτή την πορεία, το ΠΑΣΟΚ, παρά τα λάθη του, συντριπτικά αρκετές φορές, δεν έπαψε να είναι στη συνείδηση του λαού η δική του παράταξη, δεν διερράγη εντελώς η αυθεντική του σχέση με το λαό, ο οποίος συνέχιζε να μας παρακολουθεί και να ελπίζει. Αυτά τα δύο στοιχεία, τα όσα πετύχαμε και η αδιαμεσολάβητη σχέση μας με το λαό και την κοινωνία, μας δίνουν την αυτοπεποίθηση αλλά και μας βαρύνουν με το χρέος να είμαστε οι σκληρότεροι και αυστηρότεροι κριτές του εαυτού μας. Με το Γ. Παπανδρέου επικεφαλής, το ΠΑΣΟΚ ξαναγίνεται ο πυρήνας της μεγάλης δημοκρατικής παράταξης. Συγκεντρώνει και πάλι τις ελπίδες και τις προσδοκίες του λαού. Δημιουργεί και πάλι όραμα, που υπερβαίνει τις κομματικές γραμμές και διαχέεται σε όλη την κοινωνία. Όλοι αισθανόμαστε αυτό που συμβαίνει και νομίζω ότι όλοι διακατεχόμαστε από την ακατανίκητη παρόρμηση να πάρουμε μέρος σε αυτή την κοσμογονία. Όλοι μιλάμε ξανά για πολιτική. Για αυτό που πρέπει να είναι η πολιτική. Συμμετοχή, ευθύνη αλλά κυρίως δημιουργία. Όπως αντιλαμβάνεσθε, αυτή η προσδοκία μας αφαιρεί κάθε περιθώριο για αποτυχία. Αν απογοητεύσουμε τώρα, θα είναι για πάντα. Θα είναι ένα γεγονός με καταλυτικές συνέπειες στο μέλλον της χώρας. Γι αυτό μπορούμε μόνο να πετύχουμε, να πάμε μπροστά. Ένα κύμα μεταρρυθμίσεων πρέπει να σαρώσει κάθε αντίσταση, κάθε αναχρονιστική και μικροπολιτική αντίληψη. Με πρώτη την οικονομία. Συνηθίζεται, όταν ένα κόμμα θέλει να δείξει το φιλολαϊκό του πρόσωπο, να μιλάει κυρίως ή μόνο για τη λεγόμενη κοινωνική του πολιτική. Δεν υπάρχει τίποτε πιο παραπλανητικό και εντέλει αντιλαϊκό από αυτό. Είναι η οικονομική πολιτική εκείνη που καθορίζει τη δυνατότητα να ασκήσεις την οποιαδήποτε κοινωνική πολιτική, που καθορίζει τη δυνατότητα του κράτους να προστατεύει τους αδύνατους και τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού. Εκεί λοιπόν, στην οικονομία, πρέπει να υπάρξει το πρώτο και μεγαλύτερο μεταρρυθμιστικό κύμα. Η ανταγωνιστικότητα είναι το κλειδί για το μέλλον. Για να την πετύχουμε πρέπει να δημιουργήσουμε το κατάλληλο περιβάλλον για επενδύσεις, να καταπολεμήσουμε τη γραφειοκρατία, να δημιουργήσουμε επιτέλους ένα σταθερό φορολογικό σύστημα και να αξιοποιήσουμε κάθε συγκριτικό μας πλεονέκτημα. Δεν πρέπει να καθυστερήσουμε άλλο να προωθήσουμε τα απαραίτητα θεσμικά μέτρα, με τα οποία, τα τεράστια έργα υποδομής που έχουν γίνει θα πάψουν να είναι ένας σωρός τσιμέντο και άσφαλτος και θα γίνουν οι μεγάλοι οικονομικοί δρόμοι, που θα οδηγήσουν τη χώρα στο μέλλον. Οι νέες τεχνολογίες πρέπει να αξιοποιηθούν τόσο ως αυτοτελής οικονομική δραστηριότητα, όσο και ως υποδομή στους άλλους τομείς της οικονομίας και της διοίκησης. Μόνο μια ανταγωνιστική οικονομία μπορεί να παράγει πλούτο για τη χώρα, πλούτο που θα ανακατανέμεται υπέρ των ασθενέστερων, μόνο μια ανταγωνιστική οικονομία μπορεί να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας. Σε αυτή τη λογική έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα δύο από τις εξαγγελίες του Γ. Παπανδρέου, που έκανε πρόσφατα. Η πρώτη αφορά την ανάληψη από την πλευρά του της πρωτοβουλίας για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Ήδη μάλιστα συναντήθηκε με τον Πρόεδρο ενός από τους μεγαλύτερους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς του κόσμου. Το διεθνές κύρος του Γ. Παπανδρέου, σε συνδυασμό με το κύρος που έχει κατακτήσει η χώρα μας τα τελευταία χρόνια, δημιουργεί τις καλύτερες συνθήκες για την ευόδωση αυτής της προσπάθειας. Η δεύτερη αφορά τη δημιουργία κινήτρων για την πρόσληψη νέων ανέργων. Η πολύ σημαντική και ρηξικέλευθη αυτή πρόταση ανέδειξε δύο θέματα. Το πρώτο είναι ότι ο Γ. Παπανδρέου, ως ηγέτης της δημοκρατικής παράταξης, δίνει συγκεκριμένο περιεχόμενο στο όραμα που κομίζει και προτείνει εφαρμόσιμες λύσεις. Το δεύτερο είναι ότι η αντιπολίτευση, σε όλο το φάσμα της, αποδεικνύεται χωρίς προτάσεις, όπως φάνηκε από την αντίδρασή της στην πρόταση αυτή. Είναι μάλιστα αξιοσημείωτη η ταύτιση των απόψεών τους. Είναι όμως ακόμη πιο αξιοσημείωτο το ότι ένα κόμμα, όπως η Ν.Δ., που διεκδικεί να κυβερνήσει τη χώρα, στερείται προτάσεων. Γεγονός, που δείχνει ανευθυνότητα και την καθιστά, όχι απλά ακατάλληλη να κυβερνήσει αλλά και επικίνδυνη. Ένας άλλος κρίσιμος τομέας είναι αυτός της δημόσιας διοίκησης και της διοικητικής διάρθρωσης της χώρας, από το επίπεδο της κεντρικής κυβέρνησης μέχρι το επίπεδο της αυτοδιοίκησης. Σε αυτό τον τομέα, έχουμε ήδη την εμπειρία του Καποδίστρια, που αποτέλεσε μεγάλη τομή. Η προτεραιότητα τώρα είναι η αναζήτηση του κατάλληλου επιπέδου για το δεύτερο βαθμό αυτοδιοίκησης αλλά και η αναδιάρθρωση των διοικητικών περιφερειών. Δεν πρόκειται για διοικητίστικες διευθετήσεις. Πρόκειται για τους φορείς που θα διαχειριστούν την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια. Στην καρδιά των προτάσεών μας βρίσκεται η αντίληψή μας για την Αποκέντρωση, που για μας σημαίνει την απόφαση και τη δυνατότητα των τοπικών κοινωνιών να διαχειριστούν τις τύχες τους με ίδια ευθύνη. Για το λόγο αυτό πρέπει να γίνει ένας εξαντλητικός διάλογος, που θα καταλήξει σε σύντομο χρονικό διάστημα και δεν θα επιτρέψει σε ανόητους τοπικισμούς και σε προσωπικά ή μικροκομματικά συμφέροντα να βάλουν εμπόδια στην πρόοδο της χώρας. Η δημόσια διοίκηση πρέπει να πάψει να είναι συνώνυμο της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς και να γίνει μοχλός της ανάπτυξης και σύμβουλος και εταίρος του πολίτη. Η οικονομική και διοικητική μεταρρύθμιση είναι εκείνες που θα δημιουργήσουν τις συνθήκες για την αύξηση του παραγόμενου πλούτου, που θα διοχετευθεί στην κοινωνική πολιτική. Η ίδια η κοινωνική πολιτική δεν θα είναι φιλανθρωπία ούτε πολιτική επιδομάτων. Το κοινωνικό κράτος στη δική μας αντίληψη είναι παραγωγικός συντελεστής, είναι αναπτυξιακός παράγοντας. Η διαφορά αντίληψης με τη συντηρητική παράταξη στον τομέα αυτό εκφράζεται και από τις επιλογές εκείνες, που δεν συνδέονται με τη διάθεση οικονομικών πόρων. Ήδη έχουν διατυπωθεί από το Γ. Παπανδρέου αρκετές ενδιαφέρουσες ιδέες για μια κοινωνική πολιτική, που απαντάει σε καθημερινά προβλήματα, χωρίς ανάγκη για διάθεση οικονομικών πόρων. Πολύ περισσότερες και πρωτότυπες προτάσεις θα διατυπώνονται στο πρόγραμμά μας. Θέλω όμως να αναφερθώ ιδιαίτερα στην Παιδεία. Έχουμε συνηθίσει να συνδέουμε την Παιδεία με την επαγγελματική κατάρτιση και να εννοούμε τη μόρφωση ως εφόδιο για μια θέση απασχόλησης. Η ανάπτυξη μάλιστα της κοινωνίας της πληροφορίας έχει κάνει αρκετούς να θεωρούν ότι η σύγχρονη παιδεία απευθύνεται σε λίγους. Είναι λοιπόν χρέος μας να κάνουμε την Παιδεία αυτό που πραγματικά είναι σε μια σύγχρονη κοινωνία, όπως την εννοούμε εμείς στη δημοκρατική παράταξη. Η Παιδεία είναι το παράθυρο για τη διάχυση της ευημερίας σε όλη την κοινωνία, είναι συστατικό στοιχείο της ανάπτυξης, είναι μηχανισμός αναδιανομής του εθνικού προϊόντος και διασφάλισης της κοινωνικής συνοχής. Είναι το κλειδί της κοινωνικής κινητικότητας, η ευκαιρία για την ανάπτυξη της προσωπικότητας και της αυτενέργειας, η ευκαιρία για τη διάχυση των ευκαιριών, των επιλογών και των δυνατοτήτων ενάντια στις ανισότητες, τους κοινωνικούς φραγμούς και τη διατήρηση προνομίων από τους λίγους. Η συζήτηση λοιπόν για κατάργηση των Πανελληνίων εξετάσεων δεν είναι πυροτέχνημα αλλά δείχνει την πρόθεση να διευκολύνουμε την πρόσβαση των νέων στο ανώτερο δυνατό επίπεδο εκπαίδευσης, ανάλογα με την κλίση και τις ικανότητές τους. Αποδεικνύει ακόμη ότι κανένα ζήτημα δεν αποτελεί ταμπού στο διάλογο που ανοίγουμε με όλη την κοινωνία. Δεν θέλω να επεκταθώ τώρα στους άλλους τομείς πολιτικής, με τους οποίους θα ασχοληθούμε αναλυτικά στο μέλλον, μόλις ολοκληρωθεί και το πρόγραμμά μας. Θέλω όμως να κλείσω σήμερα με ότι αφορά αυτό τον τόπο που τόσο αγαπάμε. Η Θεσπρωτία είδε την τελευταία οκταετία μια κοσμογονική αλλαγή στο επίπεδο των υποδομών της. Μπορώ να πω ότι συμπυκνώνει σε μικρογραφία την αντίληψη του ΠΑΣΟΚ για την ανάπτυξη της χώρας. Δεν ντρέπομαι να πω, ότι από τις κορυφαίες κυβερνητικές θέσεις όπου βρέθηκα, συνέβαλα στο μέγιστο βαθμό σε αυτή την ανάπτυξη. Η δική μου θέση όμως δεν θα ήταν αρκετή αν το κόμμα μας και η κυβέρνηση δεν είχαν αυτή την αντίληψη. Από εσχατιά της Ελλάδας, η Θεσπρωτία είναι σήμερα η πύλη της χώρας από και προς την Ευρώπη και τον κόσμο. Το νέο λιμάνι μας, η λειτουργία του Τ.Ε.Ι, το νέο νοσοκομείο, που θα επεκταθεί ακόμη περισσότερο και θα συμπληρωθεί με το ΤΕΠ της Ηγουμενίτσας, το νέο οδικό δίκτυο, η ολοκλήρωση της Εγνατίας έχουν αλλάξει την εικόνα της πατρίδας μας. Οι μεταρρυθμίσεις στις οποίες αναφέρθηκα είναι αυτές που θα ζωντανέψουν αυτές τις υποδομές, θα είναι το φυτίλι για την αναπτυξιακή έκρηξη, που θα κάνει τη Θεσπρωτία πρότυπο ανάπτυξης και θα φέρει την ευημερία στο τελευταίο χωριό της όμορφης και δύσκολης αυτής γωνιάς της χώρας. Γι αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία η επιλογή σας σε αυτές τις εκλογές. Πρόκειται να διαλέξετε το πώς θέλετε να προχωρήσει ο τόπος μας. Στη μικρή μας κοινωνία, πολύ συχνά επικρατούν κριτήρια προσωπικής συμπάθειας, συγγένειας ή υποχρέωσης. Επειδή όμως ψηφίζουμε για το μέλλον, η επιλογή με κριτήριο τις θέσεις του πολιτικού φορέα είναι η μόνη ενδεδειγμένη. Για το λόγο αυτό θα στηρίξω με όλες μου τις δυνάμεις τους άξιους υποψήφιους του ΠΑΣΟΚ στη Θεσπρωτία και σας καλώ να τους στηρίξετε κι εσείς. Σας ευχαριστώ για το υπέροχο ταξίδι που μου χαρίσατε. |
|