Παρουσίαση Βιβλίου Γ. Προβοπουλου (Δευτέρα 17/12/2001- Στοά Βιβλίου)
Κυρίες και κύριοι, Θέλω πρώτα απ’ όλα να ευχαριστήσω το Ινστιτούτο Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών για την πρόσκληση που μου απεύθυνε, να συμμετάσχω κι εγώ στην παρουσίαση της μελέτης των κυρίων Προβόπουλου και Καπόπουλου πάνω στο καυτό αυτό ζήτημα που είναι η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας μας. Επιτρέψτε μου εξαρχής να συγχαρώ τους δυο συντάκτες της μελέτης για την ποιότητα, τόσο των αναζητήσεων, όσο και των συμπερασμάτων τους. Και να αναγνωρίσω μέσα από την μελέτη τους αυτή, το υψηλό κύρος που έχει κερδίσει το Ι.Ο.Β.Ε. Πράγματι, το Ι.Ο.Β.Ε. έχει εξελιχθεί σε ένα πραγματικό think tank στα οικονομικά αλλά και ευρύτερα κοινωνικά προβλήματα. Σε έναν οργανισμό που παράγει γνώση και που συνεισφέρει ενεργά στο δημόσιο διάλογο.
Κυρίες και κύριοι, Ο κύριος λόγος για τον οποίο αποδέχτηκα χωρίς δισταγμό την πρόσκληση που μου απευθύνθηκε, είναι γιατί θεωρώ ότι ο ρόλος των πολιτικών είναι ακριβώς αυτός: να παίρνουν θέση και λόγο απέναντι στα μεγάλα προβλήματα του τόπου. Και το ζήτημα του ασφαλιστικού είναι σαφέστατα, το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει η ελληνική πολιτεία και κοινωνία τα αμέσως επόμενα χρόνια. Όπως πολύ σωστά σημειώνεται μέσα στο κείμενο της μελέτης, η μεταρρύθμιση της κοινωνικής ασφάλισης είναι απαραίτητη. Κι είναι απαραίτητη σήμερα, για να μην πω ότι είναι απαραίτητη χθες. Δυστυχώς όμως, όπως επίσης πολύ σωστά επισημαίνεται, είναι μια μεταρρύθμιση πολιτικά δυσχερής. Κι είναι πολιτικά δυσχερής όχι μόνο γιατί, σύμφωνα με τους συγγραφείς, «αποσκοπεί στη θεραπεία προβλημάτων, οι επιπτώσεις των οποίων θα γίνουν αντιληπτές στο ευρύτερο κοινό σε μια ή δυο δεκαετίες από σήμερα». Αλλά γιατί το κόστος της προσαρμογής είναι ορατό και άμεσο για εκείνους που θα κληθούν να το επωμιστούν, ενώ το συνολικό κοινωνικό όφελος είναι θεωρητικό και απόμακρο. Πόσω μάλλον που στη συγκεκριμένη περίπτωση που μας αφορά, στην ουσία του προβλήματος έχουν έρθει και συνυφανθεί τα τελευταία χρόνια, πλήθος μύθοι και ιδεολογήματα, ψευτο-διλήμματα, ιδεοληψίες και αναμασήματα. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τους μύδρους που εξαπέλυαν τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων ενάντια στο «τριτοκοσμικό πείραμα της Χιλής» και τις συνταγές του Δ.Ν.Τ. όταν πρωτο-δημοσιεύτηκαν τα συμπεράσματα της «Επιτροπής Εξέτασης Μακροπρόθεσμης Οικονομικής Πολιτικής» το 1997. Μιλώ, για όσους δεν το κατάλαβαν, για τη γνωστή και ως Επιτροπή Σπράου. Σημειώνω ακόμη τον χλευασμό απέναντι στον βρετανικό οργανισμό που ανέλαβε την τελευταία μελέτη και παραμετροποίηση του προβλήματος. Ωσάν να φταινε πάντα κάποιοι ξένοι παράγοντες, το διεθνές κεφάλαιο, οι γνωστοί μεγαλο-τραπεζίτες για ένα θέμα που έχει φτάσει στο σημερινό, οριακό του σημείο, αποκλειστικά από τη δική μας, πατενταρισμένη εθνική ανεπάρκεια. Είναι διασκεδαστικό ακόμη το πώς παρουσιάστηκε από κάποιες εφημερίδες η είσοδος στην ελληνική αγορά εργασίας των μεταναστών: μέγα γεγονός, ικανό να ανατρέψει θετικά τις αρνητικά διαφαινόμενες, δημογραφικές και δημοσιονομικές ισορροπίες. Κάτι δηλαδή, μεταξύ του μάννα εξ ουρανού του Μωυσή και του ιππικού στις καουμπόϊκες ταινίες, που έρχεται την τελευταία στιγμή για να μας σώσει.
Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλοι και φίλες, ας σοβαρευτούμε όμως λίγο. Κι ας μιλήσουμε τη γλώσσα της αλήθειας. Τη δική μου ανάγνωση των δεδομένων, έτσι όπως παρουσιάστηκαν στην μελέτη που σήμερα προλογίζουμε, θα προσπαθήσω να την καταθέσω μέσα από τέσσερα σημεία Σημείο πρώτο : το πρόβλημα της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού μας συστήματος είναι οξύ και δεν επιδέχεται αναβολές. Κι όσο κι αν δεν είναι πρόβλημα μόνο ελληνικό, αλλά ευρύτερα ευρωπαϊκό, η ευθύνη της επίλυσής του είναι θέμα αυστηρά δικό μας. Όπως, αυστηρά ελληνικά, είναι τα γνωρίσματα του κατακερματισμού και της πολυδιάσπασης του συστήματος, της ανομοιότητας των κανόνων και των ανισοτήτων στις παροχές, της αδιαφάνειας και των προνομίων. Για όσους έχουν αμφιβολίες περί αυτού, σημειώνω από την μελέτη το αφανές δημόσιο χρέος, που φέρνει το σύνολο του δημοσίου χρέους στο 300% του Α.Ε.Π. Κι ας μην ξεχνάμε ότι, ούτε Γαλλία είμαστε, ούτε Γερμανία κι ως εκ τούτου, οι επιλογές μας είναι πολύ πιο περιορισμένες. Σημείο δεύτερο : μεταρρύθμιση δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς κερδισμένους και χαμένους. Πλανάται πλάνην μεγάλη, όποιος επιχειρηματολογήσει για το αντίθετο. Και θέλω να συγχαρώ τους συγγραφείς της μελέτης, γιατί ακριβώς σε αυτό το σημείο επικέντρωσαν τις προσπάθειές τους. Όπως κατέδειξαν, τούτο σημαίνει επιλογές κατανομής των βαρών της μεταρρύθμισης, τόσο μεταξύ των γενεών, όσο και μεταξύ των ασφαλισμένων της ίδιας γενιάς. Σημαίνει ακόμη μεσοπρόθεσμα, κι αυτό είναι το μείζον, εξίσωση κάποιων παροχών προς τα κάτω, όπως ακριβώς έγινε τη διετία 1990-1992. Ξέρω βέβαια ότι πολλοί θα σπεύσουν να κατακεραυνώσουν τη μνεία και μόνο των νόμων 1902/90, 1976/91 και 2084/92. Ερωτώ όμως και ελπίζω σε μια απάντηση πειστική: αν δεν είχαν ψηφιστεί οι νόμοι αυτοί, εξοικονομώντας σε μόνιμη βάση για το Δημόσιο πόρους της τάξεως του 3-4% Α.Ε.Π., θα είχαμε την πολυτέλεια να συζητούμε για το πρόβλημα και να αγοράζουμε πολιτικό χρόνο τα τελευταία εννέα (9) συναπτά χρόνια; Τούτο σημαίνει ακόμη, διαχωρισμό των κλάδων ασφάλισης υγείας, από τους κλάδους των συντάξεων και των οικογενειακών επιδομάτων. Όσο κι αν είναι οι δημογραφικές εξελίξεις που από κοινού επηρεάζουν τα δυο αυτά υποσυστήματα, τα εργαλεία πολιτικής για τον περιορισμό των δαπανών είναι σε κάθε περίπτωση διαφορετικά. Σημείο τρίτο : βιώσιμη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού δεν γίνεται χωρίς την εισαγωγή στο ελληνικό σύστημα στοιχείων κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα. Και θέλω, και σε αυτό το σημείο, να συγχαρώ τους συντάκτες της μελέτης, για την ιδιαίτερη φροντίδα που δείχνουν στο σημείο αυτό. Στις απαιτήσεις, δηλαδή, της μετάβασης από ένα αυστηρά ανταποδοτικό σύστημα, σε ένα σύστημα με έντονα χαρακτηριστικά κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα. Σημείο τέταρτο : βιώσιμη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού δεν γίνεται χωρίς ουσιαστικό δημόσιο διάλογο. Κι αυτό γιατί, παρά τις σημαντικές τεχνικές πτυχές του, το θέμα είναι καίρια πολιτικό. Και σε αυτό το σημείο, η μελέτη δεν παραβλέπει τα πολιτικά στοιχεία. Αντίθετα μάλιστα, προκρίνει έναν δημόσιο διάλογο μέσα από τον οποίο, θα μιλήσουμε ξεκάθαρα στον κόσμο, στους πολίτες. Όπου θα τους εξηγήσουμε τι διακυβεύεται για το μέλλον τους και τι θα χρειαστεί να θυσιάσουμε όλοι μας από το παρόν μας, αν θέλουμε να διασφαλίσουμε το μέλλον των παιδιών μας.
Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλοι, χωρίς να θέλω να είμαι απαισιόδοξος, πρέπει να σημειώσω ότι η όποια μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος στην Ελλάδα σήμερα είναι πράγματι δυσχερής. Κι είναι δυσχερής γιατί η αντιμετώπιση του σημαντικού αυτού ζητήματος απαιτεί από το πολιτικό μας σύστημα όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που σήμερα του λείπουν. Απαιτεί να αφήσουμε στην άκρη τον βαλκανικό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε συνήθως τα προβλήματα. Απαιτεί ορθολογισμό, ξεκάθαρες πολιτικές αποφάσεις, αλλά και μεθοδικότητα στην εφαρμογή τους. Απαιτεί κυρίως, κι αυτό είναι το πιο δύσκολο, να γυρίσουμε την πλάτη στο παρελθόν. Στην πελατειακή νοοτροπία και την συντεχνιακή λογική πάνω στην οποία έχει χτιστεί στο μεγαλύτερο μέρος του, όχι μόνο το ασφαλιστικό μας σύστημα, αλλά ολόκληρο το κρατικό εποικοδόμημα. Απαιτεί, κοντολογίς, μιαν επανάσταση. Την μπορούμε ; |
|