Βιβλιοπαρουσίαση - Τα βήματα του Έστερναχ
Ομιλία Αλ. Παπαδόπουλου
Ηράκλειο, Θεατρικός Σταθμός Ηρακλείου, 25/2/2009
Κυρίες και Κύριοι,
Σας ευχαριστώ από καρδιάς για την παρουσία σας. Με τιμά και με συγκινεί. Θερμά ευχαριστώ και αυτούς που πραγματοποίησαν και επιμελήθηκαν με τόση φροντίδα αυτή την έκδοση. Ιδιαίτερες ευχαριστίες οφείλω και στις εξέχουσες προσωπικότητες που τόσο εύστοχα παρουσίασαν εδώ αυτό το βιβλίο.
Tους ευχαριστώ για τα έστω καθ’ υπερβολή καλά λόγια που είπαν για μένα. Ευχαριστώ ιδιαίτερα και το συντονιστή της εκδήλωσης τον φίλο Μανώλη Αλεξάκη. Πάνω από όλα όμως θέλω να ευχαριστήσω όλους εσάς, αγαπητοί φίλοι και φίλες του Ηρακλείου, καθώς και όλους όσους ήρθαν σήμερα εδώ από όλες τις πόλεις της Κρήτης και μου προσφέρατε την ιδιαίτερη εύνοια της μεγάλης συμμετοχής σας στην παρουσίαση αυτού του δοκιμίου.
Εμείς οι Ηπειρώτες νιώθουμε μια βαθειά αλληλεγγύη προς τους Κρητικούς. Εκτός από μια ιστορικά διαπιστωμένη ταυτότητα χαρακτήρος και συμπεριφορών, καθώς και κοινού τρόπου ανάλυσης και παρατήρησης των γεγονότων, μιας κοινής αίσθησης υπερηφάνειας, καθήκοντος και φιλοπατρίας και εν γένει φιλοσοφίας ζωής και κώδικα αξιών, που είναι κοινά μας χαρακτηριστικά, υπάρχει και κάτι παραπάνω.
Εμείς οι Ηπειρώτες, ενώ σηκώσαμε ένα μεγάλο μέρος για την απελευθέρωση των υπόδουλων περιοχών της χώρας και απελευθερωθήκαμε τελευταίοι, νιώθουμε βαθειά ευγνωμοσύνη στην Κρήτη γιατί τα βουνά μας είναι γεμάτα από τα οστά πεσόντων προγόνων σας, τόσο το ‘12-‘13, στις μάχες για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, όσο και κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Όμως γνωρίζω και τα δικά σας αισθήματα απέναντι στους συμπατριώτες μου, αφού εδώ στην Κρήτη το 1828 ήρθαν από την υπόδουλη ακόμα Ήπειρο 335 περίπου Ηπειροτόπουλα εθελοντές με επικεφαλής τον Ηπειρώτη Στρατηγό Χατζημιχάλη Νταλιάνη, οι οποίοι έδωσαν επί μία βδομάδα μόνοι τους τη μάχη απέναντι σε 8000 Τούρκους και σφαγιάσθησαν μέχρι ενός από τον Τούρκο κατακτητή.
Λένε ότι ο άνθρωπος πεθαίνει δύο φορές, την μια όταν κλείσει τα μάτια του και την άλλη όταν ξεχαστεί από τους ζωντάνους, όμως ο Χατζημιχάλης Νταλιάνης και οι 300 και πάνω άντρες του είναι αποφασισμένοι να μην αφήσουν κανένα να τους ξεχάσει.
Μπορεί στα σχολικά βιβλία να μην γράφεται λέξη γι’ αυτούς, μπορεί σχεδόν κανένας να μην άκουσε για την άνιση μάχη τους στο Φραγκοκάστελο, μπορεί οι εγκυκλοπαίδειες να μην αφιέρωσαν ένα λήμμα στις χιλιάδες σελίδες τους, όμως κάθε χρόνο κάποια πρωινά εκεί στα τέλη του Μάη εμφανίζεται ολόκληρη στρατιά αρματωμένη (από ανθρώπινες σκιές) να προελαύνει προς την θάλασσα, πάνω από το καστέλλι.
Και όλα δείχνουν παράταιρα με την πρώτη ματιά. Ενα κάστρο στην επαρχία Σφακίων, στην μέση του πουθενά, χωρίς εμφανή στρατηγική σημασία, ένας αγωνιστής από το Δελβινάκι της Ηπείρου να μάχεται και να σκοτώνεται έξω από τα τείχη του κάστρου αυτού με τους Ηπειρώτες συμπολεμιστές του και στον ορίζοντα να χορεύουν Δροσουλίτες
Δεν μπορεί παρά οι σκιές του μύθου των Δροσουλιτών να μας μεγαλώνει ακόμα περισσότερο το κοινό χρέος μας προς το συλλογικό καλό.
Η παρουσία όλων σας σήμερα εδώ αποδεικνύει και το ενδιαφέρον σας για τα θέματα που πραγματεύεται το βιβλίο τούτο. Και αυτό ακριβώς με κάνει να αισθάνομαι ότι όλοι μας έχουμε τις ίδιες έγνοιες και τις ίδιες αγωνίες για το μέλλον του τόπου. Άλλωστε, κι η δική μου προσπάθεια σ’ αυτό το βιβλίο ήταν να επιχειρήσω μια ανάλυση της σημερινής κατάστασης της χώρας και να διατυπώσω μια πρόταση για «το δέον γενέσθαι» κατά την επόμενη δεκαετία.
Νομίζω ότι μετά τις καίριες παρατηρήσεις και τους σχολιασμούς των διακεκριμένων ομιλητών που προηγήθηκαν, δεν απομένει για μένα να προσθέσω τίποτε.
Το βιβλίο αυτό το έγραψε, το περασμένο καλοκαίρι, ένας Ηπειρώτης στην Ικαρία. Στο όμορφο αυτό νησί, εκείνες τις καλοκαιρινές νύχτες, μακριά από την τριβή της αρρωστημένης καθημερινότητας, συνειδητοποίησα ότι για δύο περίπου δεκαετίες υπήρξα συμμέτοχος και συνυπεύθυνος στη λήψη καθοριστικών αποφάσεων, με θετικές ή και αρνητικές συνέπειες για τη χώρα. Έπρεπε λοιπόν να βγάλω ένα συμπέρασμα όχι για όσα καλά ή κακά έγιναν τα 20 αυτά χρόνια, αλλά με αφετηρία τα σημερινά κατασταλάγματα τι ακριβώς πρέπει να γίνει την επόμενη δεκαετία στη χώρα μας.
Το συμπέρασμά μου λοιπόν είναι ξεκάθαρο: η ελληνική κοινωνία παραμένει στο περιθώριο των εξελίξεων, αμέτοχη και ανέπαφη. Η χώρα πορεύεται τυφλά, χωρίς σχέδιο, χωρίς στόχους, χωρίς ρυθμό. Κυριαρχεί μια προκλητική αδιαφορία απέναντι στους λόγους εξαιτίας των οποίων η Ελλάδα κατηφορίζει στο περιθώριο των ευρωπαϊκών χωρών με έντονα σημάδια παρακμής και έλλειψης δυναμισμού.
Στην αυγή του 21ου αιώνα η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με τα καινούργια της διλήμματα. Τα σημαντικά επιτεύγματά της στο τελευταίο τέταρτο του προηγούμενου αιώνα είναι εξαιρετικά εύθραυστα.
Θα ήταν ιστορικό λάθος να θεωρήσουμε ότι το πρόβλημα της χώρας σήμερα αρχίζει και τελειώνει στη διεθνή οικονομική κρίση Αυτό δεν θα ήταν ένα απλό λάθος αλλά ένα τραγικό ολίσθημα της βασικής εθνικής προβληματικής. Με τη σημερινή κρίση πληρώνουμε τα συμπτώματα των πέντε αναγνωρισμένων εθνικών ελλειμμάτων: του θεσμικού, του κοινωνικού, του πολιτικού, του οικονομικού και εν τέλει του πολιτισμικού ελλείμματος, που κατατρύχουν τη χώρα.
Σε πρόσφατη ομιλία μου στην Αθήνα ανέφερα ότι ο βασικός φορέας παθογένειας που παράγει τα πολλαπλά και σύνθετα αυτά ελλείμματα είναι το ίδιο το πολιτικό σύστημα. Ας μην γελιόμαστε, ας μην δημιουργούμε αυταπάτες, ας μην παραπλανούμε τους εαυτούς μας. Εμείς οι ίδιοι είμαστε η βασική παθογένεια και ο παραγωγός των προβλημάτων και των ελλειμμάτων της χώρας. Είναι αυτή η πατερναλιστική ή καλύτερα ψευδοπατερναλιστική αντίληψη του πολιτικού συστήματος που παράγει τα πάσης φύσεως ελλείμματα και παθογένειες της χώρας σήμερα.
Θέλω όμως να τονίσω και εδώ σήμερα ότι δεν αφίσταμαι και των δικών μου ευθυνών στη διαμόρφωση αυτής της κατάστασης. Διακονών επί μία 20ετία στο ίδιο αυτό σύστημα, ως συμμέτοχος και διαμορφωτής, δεν ακυρώνω τα επιτεύγματά του, από τη μεταπολίτευση και μετά, ωστόσο πιστεύω ότι μια κριτική θεώρηση της λειτουργίας του σήμερα μας οδηγεί αναπότρεπτα και σε μια επιβεβλημένη αναθεώρηση του τρόπου λειτουργίας του.
Αγαπητοί φίλοι και φίλες,
Η χώρα βρίσκεται στην διάθεση των απρόβλεπτων γεγονότων.
Με τα πρόσφατα θλιβερά γεγονότα της απόδρασης από τις φυλακές Κορυδαλλού συνειδητοποιήσαμε ότι πλέον η χώρα δεν υφίσταται τις συνέπειες απλών συμπτώσεων αλλά τα συμπτώματα της παθογένειας του τεράστιου θεσμικού ελλείμματος της χώρας, του πολιτικού συστήματος και της αποσάθρωσης της δημόσιας διοίκησης.
Τα μεγάλα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, της οικονομίας και του πολιτικού μας συστήματος εντοπίζονται ευκρινέστερα, με την πάροδο των χρόνων, όταν τα προσεγγίζουμε με κριτήριο την υποκατάσταση των θεσμών από κακοήθη μορφώματα που λειτουργούν ως παραθεσμοί. Πλάι και μέσα στους θεσμούς της οικονομίας αναπτύσσεται και λειτουργεί η παραοικονομία, πλάι και μέσα στους θεσμούς της πολιτικής αναπτύσσεται και λειτουργεί η παραπολιτική και πλάι και μέσα στους θεσμούς της διοίκησης και του κράτους αναπτύσσονται και λειτουργούν οι «θεσμοί» της παραδιοίκησης και κρατικών συντεχνιών. Όσο αυτοί οι παραθεσμοί διογκώνονται, τόσο απαξιώνονται οι επίσημοι θεσμοί. Οι πολίτες, η οικονομία αλλά και το ίδιο το πολιτικό σύστημα βρίσκονται παγιδευμένοι σε αυτές τις παραθεσμικές λειτουργίες.
Το ερώτημα είναι η Ελλάδα τι είδους θεσμούς έχει και ποιος πολιτισμός τους παράγει. Η νεότερη Ελλάδα δεν έχει κανονική πολιτισμική εξέλιξη και γι’ αυτό οι θεσμοί της είναι αδύναμοι. Οι διάφορες «νησίδες πολιτισμού» δεν συγκροτούν μια συνεκτική σε αξιακά συστήματα κοινωνία.
Η Ελλάδα δεν ολοκληρώθηκε θεσμικά ως χώρα, γιατί δεν ολοκληρώθηκε ποτέ κοινωνικά. Όσοι θεσμοί λειτούργησαν αρχικά, στην πορεία ποδοπατήθηκαν στο βωμό της πολιτικής και οικονομικής σκοπιμότητας, έτσι ώστε η οικονομική ανέλιξη της χώρας να μην συνοδευτεί από την αντίστοιχη πολιτισμική.
Πάνω σ’ αυτό το ήδη σαθρό έδαφος, η σημερινή πολιτική συγκυρία σαρώνει κυριολεκτικά το ανήμπορο να αντισταθεί υφιστάμενο ατελές θεσμικό μας σύστημα. Στο πλαίσιο αυτής της ακαταστασίας λειτούργησε και το πολιτικό σύστημα, το οποίο πορεύθηκε σε θεσμικό κενό που το ίδιο ανατροφοδοτούσε. Δεν πορεύθηκε με πίστη στους νόμους που θέσπιζε, αλλά διολίσθησε σε ένα κόσμο κυνικών συμπεριφορών και γι’ αυτό νομοθέτησε υποκριτικά αυτοπεριορισμούς και κανόνες διαφάνειας που ήταν αδύνατον να τηρήσει. Κυριαρχήθηκε από τις αντιφάσεις μιας ανολοκλήρωτης κοινωνίας και δεν υποτάχθηκε σε κάποιο θεσμικό περιβάλλον.
Στο σημείο αυτό αγαπητοί μου φίλοι επιθυμώ πολύ να σχολιάσω πικρόχολα το φαινόμενο να βλέπω κάποιους, οι οποίοι έχουν μεγάλη ευθύνη για τον κατεδαφισμό της χώρας, σήμερα να παρελαύνουν από το πρωί μέχρι το βράδυ στα μέσα ενημέρωσης και τρυγώντας εύκολη και ανέξοδη δημοσιότητα, να κλαίνε δήθεν και να οδύρονται για την καταρράκωση των θεσμών της χώρας, λες και δεν είμαστε εμείς οι ίδιοι που καταρρακώσαμε τους θεσμούς. Γι’ αυτό θα ήθελα να σας διαβάσω ένα απόσπασμα, του Γιώργου Σεφέρη από τη συνομιλία του με τον Φαμπρίκιο το 1968. Ο Φαμπρίκιος ήταν ο Γιώργος Θεοτοκάς.
Εκεί λέει το εξής: «Δεν μου φταίνε οι θεσμοί και τα πολιτικά συστήματα. Μου φταίει το δαιμόνιο που έχουμε να εξευτελίζουμε τον κάθε θεσμό και το κάθε σύστημα και να σκεπάζουμε τα καμώματά μας με ρητορείες».
Η χώρα μας έχει και δεμένα χέρια πλέον, δεν έχει μόνο ρητορείες. Και αναζητάει διεξόδους.
Κυρίες και κύριοι
Η βασική προϋπόθεση, λοιπόν, μιας νέας πορείας κατά την επόμενη δεκαετία είναι να απαλλαγεί η χώρα από τη «δημοκρατικότητα» της αδράνειας του σημερινού πολιτικού συστήματος. Να απαλλαγεί δηλαδή, σταδιακά αλλά όχι αργά, από την παρωχημένη κουλτούρα που διαμόρφωσε το πλαίσιο της σημερινής δράσης και συμπεριφοράς των πολιτικών δυνάμεων και από τον ιδιότυπο αυτισμό, με βάση τον οποίο είτε αγνοεί τις εξελίξεις είτε τις αξιολογεί απομακρυσμένες από τα πραγματικά συμφέροντα των πολιτών και του δημόσιου συμφέροντος.
Να απαλλαγεί από την κατάσταση του «απλού παρατηρητή» των γεγονότων, που αποσυνθέτουν ολόκληρες λειτουργίες της κοινωνίας και εντέλει την ίδια την κοινωνία. Να απαλλαγεί από την κατάσταση του απλού διαχειριστή που συναλλάσσεται με τις ατομικές προσδοκίες και τα αιτήματα των πολιτών, με σκοπό την πολιτική αναπαραγωγή του σε βάρος των συλλογικών επιδιώξεων και στόχων.
Η πελατειακή και εκμαυλιστική φύση του πολιτικού συστήματος για δεκαετίες ολόκληρες διαμόρφωσε τις κρατικές δομές και λειτουργίες, όχι με στόχο την άσκηση πολιτικών προς όφελος του κοινωνικού συνόλου αλλά την ικανοποίηση συντεχνιακών αιτημάτων. Στο πλέγμα αυτό, συντεχνία είναι ο κάθε πολίτης που διαθέτει πρόσβαση τόσο στο σύστημα λήψης αποφάσεων όσο και στο σύστημα εκτέλεσής τους.
Η προνομιούχος αντίληψη επιβάλλει αλλαγές στους μέχρι σήμερα αποδεκτούς κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού, πρώτα σ’ αυτό καθαυτό το πολιτικό σύστημα και κατ’ επέκταση σε όλο το πλέγμα των κοινωνικών σχέσεων. Στο νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται, το μεταρρυθμιστικό εγχείρημα της επόμενης δεκαετίας είναι υποχρεωτικό να πετύχει. Και για να γίνει τούτο, δύο είναι οι απαραίτητες και αναγκαίες συνθήκες:
Πρώτον, μέσα από ένα συγκροτημένο πρόγραμμα μέτρων, να σπάσουν ένας προς έναν όλοι οι κρίκοι της αλυσίδας εκείνων των πολιτικών παραθεσμών που καθηλώνουν την πολιτική λειτουργία της χώρας σε μια ιδιότυπη αδράνεια.
Δεύτερον, μέσα από μια συνολική πολιτική μεταρρυθμίσεων, από ένα μεταρρυθμιστικό σοκ, να σπάσουν και οι κρίκοι της πολιτικής διαπλοκής με τα επιμέρους συμφέροντα και προνόμια.
Τα παραδείγματα που ακολουθούν δεν συγκροτούν ολοκληρωμένη πρόταση των απαιτούμενων πολιτικών αλλαγών. Με αυτά θέλω απλώς να καταδείξω ότι ανατροπές στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος μπορούν και πρέπει να γίνουν στους πολιτικούς μας θεσμούς, και ότι είναι υποκριτικό και επικίνδυνο να κάνουμε απλώς κριτική και να ελεεινολογούμε μόνο το ανήμπορο πολιτικό μας σύστημα.
Μια πρώτη παρέμβαση στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος αφορά τον αριθμό και τις περιττές αρμοδιότητες των πολιτικών που ασχολούνται με τη λειτουργία του κράτους.
Οι δεκάδες υπουργοί, υφυπουργοί, οι οποίοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι και βουλευτές, μαζί με τους δεκάδες γενικούς και ειδικούς γραμματείς των υπουργείων, είναι απολύτως ευκρινές ότι παράγουν περισσότερο «πολιτική ύλη» και ρουσφέτι, παρά ότι συμβάλλουν στην αποτελεσματική λειτουργία της δημόσιας διοίκησης. Αυτό ευνοεί τη δημιουργία προσωπικών πολιτικών μηχανισμών μέσα από χρηματοδοτήσεις κοινωνικών φορέων και συλλόγων, προσωπικές πολιτικές εξαρτήσεις μέσα από τους εκατοντάδες διορισμούς προσκείμενων και φίλιων προσώπων σε οργανισμούς, φορείς, νοσοκομεία κλπ., με αποτέλεσμα να οδηγείται σε αδράνεια και σε αιχμαλωσία όλος ο κρατικός μηχανισμός.
Το κοινοβουλευτικό μας σύστημα νοθεύεται με την τόσο μεγάλης έκτασης ανάμειξή του στην εκτελεστική λειτουργία του πολιτεύματός μας. Έτσι τα νέα επιτελικά υπουργεία, που θα προκύψουν από τις καινούργιες διοικητικές δομές που περιγράφω στο βιβλίο, δεν υπάρχει κανείς λόγος να είναι πολυάριθμες, όπως σήμερα. Σ’ αυτά μπορούν να προΐστανται κοινοβουλευτικοί υπουργοί - βουλευτές, κανείς όμως υφυπουργός με ιδιότητα βουλευτή. Στα υπουργεία που υπάρχει ανάγκη θέσεων υφυπουργών μπορούν να θεσμοθετηθούν θέσεις πληρεξουσίων υφυπουργών, όχι βουλευτών, οι οποίοι θα επιλέγονται με αξιολογικά κριτήρια και μετά από έγκριση της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής και δεν θα έχουν δικαίωμα να θέτουν υποψηφιότητα στις βουλευτικές εκλογές.
Η διοίκηση των υπουργείων θα είναι έργο αποκλειστικά του ενός και μόνο γενικού γραμματέα ανά υπουργείο. Οι σημερινοί υπηρετούντες σύμβουλοι και συνεργάτες των υπουργείων δεν θα έχουν πλέον λόγο ύπαρξης, αφού στα νέα επιτελικά υπουργεία θα υπηρετούν μόνο επιστημονικά εξειδικευμένοι υπάλληλοι και ελάχιστοι διοικητικοί.
Κυρίες και κύριοι,
Διερχόμαστε μια περίοδο που οφείλει να προετοιμάσει τη νηφάλια στιγμή της ωριμότητας, η οποία πρέπει να κυριαρχήσει την επόμενη δεκαετία. Η επίγνωση και η κατανόηση των σημερινών αναγκών γίνεται καθημερινά καρπός της ίδιας της ζωής και των εξελίξεων στον τόπο μας και στον υπόλοιπο κόσμο.
Είναι αξιοπερίεργο όμως ότι, ακόμη και όταν οι άνεμοι της διεθνούς κρίσης αφαιρούν από πάνω μας και το τελευταίο φύλλο συκής, όπως αυτές τις μέρες, οι εκπρόσωποι των δυνάμεων καθήλωσης της χώρας, που σήμερα καθορίζουν την τύχη της, συνεχίζουν να προσποιούνται ότι τίποτα ιδιαίτερα σοβαρό δεν συμβαίνει, μεταθέτοντας τις ευθύνες για την κρίση σε εξωγενείς παράγοντες είτε τις ευθύνες για την αντιμετώπιση της κρίσης στο μέλλον.
Κάποιοι μάλιστα παριστάνουν τους «έκπληκτους» από τις διαπιστώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Επιτρόπου Αλμούνια, του Διοικητή Τρισέ της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας, του Ecofin, και άλλων πολλών διεθνών οργανισμών. Δήθεν δεν τα γνώριζαν και εμφανίζονται ενεοί και δήθεν βαθειά προβληματισμένοι. Άλλοι πάλι, άπρακτοι, άβουλοι και κρυπτόμενοι, απλώς εξορκίζουν αυτές τις δυσμενείς εξελίξεις, απρόθυμοι για μια ουσιαστική αντιμετώπιση. Μερικοί μάλιστα αναγορεύουν τις φοβικές αυτές συμπεριφορές τους ως στάση πολιτικής αρετής, εθνικοφροσύνης και φιλολαϊκότητας.
Ας ομολογήσουμε την σκληρή αλήθεια ότι (α) η κρίση που έχει εισβάλλει στην Ελλάδα είναι ενδογενής και θα εκδηλωνόταν ανεξάρτητα από τη διεθνή κρίση και (β) ότι θα προκαλέσει κλιμακούμενες επώδυνες καταστάσεις στο λαό τα επόμενα χρόνια.
Σημαντικότερο πρόβλημα και από την ίδια την κρίση είναι το πρόβλημα της αυτογνωσίας, από το οποίο πηγάζει το πρόβλημα της αναξιοπιστίας της χώρας και της αδυναμίας της να το αντιμετωπίσει.
Η χώρα βρίσκεται στη διάθεση των γεγονότων και της διεθνούς κεφαλαιαγοράς. Για τη μοίρα της Ελλάδος το επόμενο διάστημα δύο παράγοντες θα αποφασίσουν: Ή εμείς ως χώρα ή οι διεθνείς αγορές.
Όσο αργούμε να συνειδητοποιήσουμε το βάθος του προβλήματός μας, να το περιγράψουμε σε όλη του την έκταση και να πούμε την αλήθεια στον λαό, τόσο πιο γρήγορα ο αδυσώπητος νόμος των διεθνών αγορών θα πέσει ως «πέλεκυς επί της κεφαλής μας».
Το πρωταρχικό μας καθήκον άμεσα είναι να συγκροτήσουμε και να εφαρμόσουμε ένα σύνθετο πρόγραμμα σταθεροποίησης της χώρας και της οικονομίας, όπως κάναμε το 1985 και το 1994. Εάν αυτό δεν γίνει, τότε ο κίνδυνος όχι μιας απλής ευρωπαϊκής επιτήρησης, αλλά και κάτι χειρότερο από αυτό, δεν είναι ένα θεωρητικό ενδεχόμενο, αλλά μια πιθανότητα την οποία πρέπει πάση θυσία να αποφύγουμε.
Πολλοί από σας θα αναρωτιούνται. Μα αυτό είναι τόσο αυτονόητο, γιατί δεν γίνεται; Αν μια πρόχειρη απάντηση είναι η πολιτική αδυναμία, το πολιτικό κόστος ή το περίσσευμα ιδιοτέλειας, τότε αγαπητοί φίλοι ο ελληνικός λαός είναι προ ενός άλλου, μεγαλύτερου, φοβερού διλλήματος και μιας άλλης μορφής κρίσης, που πρέπει ν’ απαντήσει και να επιλύσει.
Είναι η αδράνεια των πολιτικών, πνευματικών, οικονομικών και κοινωνικών δυνάμεων της χώρας. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι τεχνικό, ούτε στενά οικονομικό. Είναι πρωτίστως βαθειά πολιτικό. Οι επιπτώσεις αφορούν το μέλλον της χώρας και την επιβίωσή της μέσα σ’ ένα σύστημα σκληρού ανταγωνισμού και μεγάλων απαιτήσεων.
Έχουμε κάθε λόγο να ανησυχούμε σοβαρά γιατί η κρίση μας βρίσκει με τις περισσότερες αδυναμίες από όλες τις χώρες της ευρωζώνης. Με το μεγαλύτερο έλλειμμα, το μεγαλύτερο χρέος, την χαμηλότερη ανταγωνιστικότητα, την ασθενέστερη παραγωγική βάση και τη μεγαλύτερη αναλογικά εξάρτηση από τις, νοσούσες πλέον, διεθνείς κεφαλαιαγορές.
Είναι άδικο και κυρίως επικίνδυνο που αυτή τη στιγμή η χώρα δεν μπορεί να πάρει αποφάσεις.
Κυριαρχεί μια κοινωνικοπολιτική παγίδευση που δεν την αφήνει να αποφασίσει και κυρίως να συνειδητοποιήσει το γεγονός ότι με την εξέλιξη της κρίσης το πρόβλημα δεν θα είναι πόσα παραπάνω θα πάρει ο καθένας, αλλά πόσα λιγότερα θα χάσει από αυτά – λίγα ή πολλά – που είχε. Και κυρίως πώς δεν θα επιδεινωθούν οι συνθήκες διαβίωσης των ασθενέστερων τάξεων.
Η χειρότερη προοπτική όμως, πριν από το απομακρυσμένο για την ώρα ενδεχόμενο της χρεοκοπίας, είναι να μας εγκαταλείψει η διεθνής κοινότητα όταν η κρίση βαθύνει. Αυτή τη στιγμή, παρά τα αντιθέτως δηλούμενα, δημιουργείται σε όλη την Ευρώπη ένα κλίμα «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», ιδίως από τις μεγάλες χώρες. Δεν θα ήθελα ποτέ να δω τη στιγμή της εγκατάλειψής μας από τη διεθνή κοινότητα και να γίνουμε βορά των διεθνών αγορών.
Εδώ και μερικές μέρες μάλιστα παρατηρώ κάποιους να πανηγυρίζουν, κατά το γνωστό βαλκάνιο τρόπο, επειδή η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μας δανείζει εφεξής με ευρωομόλογα. Θα ήθελα να ήξερα αν γνωρίζουν ότι οι Ευρωπαίοι θα μας δανείσουν μεν, αλλά μόνο με την προϋπόθεση ότι θα αναλάβουμε ταυτόχρονα ως χώρα σοβαρές πολιτικές δεσμεύσεις απέναντί τους για ένα εκτεταμένο πρόγραμμα διαρθρωτικών αλλαγών και ανατροπών. Εάν αυτό δεν το κάνουμε, τότε θα διακόψουν τη χορήγηση των ευρωομολόγων και τότε θα μιλήσουν οι διεθνείς αγορές με την δική τους γλώσσα. Στην περίπτωση αυτή, θα έχει ενδιαφέρον να δούμε τι θα λένε τότε οι σημερινοί κατ’ επάγγελμα “καθησυχαστές” του λαού μας. Μάλλον θα βρουν και πάλι τον “τρόπο” τους.
Κυρίες και Κύριοι,
Η ιστορία έχει καταδείξει ότι σε περιόδους κρίσης οι λαοί γίνονται συνοδοιπόροι της κοινής προσπάθειας, μόνο όταν αντιλαμβάνονται ότι οι ηγεσίες τους γνωρίζουν το πρόβλημα και έχουν στρατηγική αντιμετώπισης.
Ας το καταλάβουμε όλοι επιτέλους: Η περίοδος της ευημερίας της υπερκατανάλωσης που χρηματοδότησαν τα 15 τελευταία χρόνια οι Τράπεζες, μέσω των χαμηλών διεθνών επιτοκίων, καθώς και η μαύρη οικονομία και οι υψηλοί και αβάσταχτοι δανεισμοί του Δημοσίου, τέλειωσε για τη χώρα μας.
Πρέπει τώρα να συγκροτήσουμε μια χώρα, όπου η οικονομία της θα παράγει προϊόντα και όχι δάνεια και χρέη.
Κυρίες και κύριοι,
Το ΠΑΣΟΚ είναι η ιστορική συνέχεια και φυσικός εκφραστής της δημοκρατικής και προοδευτικής παράταξης της πατρίδας μας, και έχει ταυτιστεί με τις αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις που εγκαθίδρυσαν την κοινωνική δικαιοσύνη, θωράκισαν τη χώρα και την οδήγησαν στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σε ό,τι με αφορά, θα ήθελα το ΠΑΣΟΚ να εκφράσει όσο γίνεται πιο δυνατά και καθαρά το αίτημα της κοινωνίας για την επανεκκίνηση και την ολοκλήρωση του εκσυγχρονισμού και της αναθέσμισης της χώρας. Να λειτουργήσει ως μια νέα δύναμη αλλαγής που να διαπεράσει τους πολιτικούς θεσμούς και τις επικρατούσες πεποιθήσεις. Να ανοίξει το συντομότερο έναν βιώσιμο μεταρρυθμιστικό δρόμο.
Η κατεύθυνση των πραγμάτων δεν μπορεί να παραμένει για πάντα συγκεχυμένη.
Εγώ προσωπικά αγαπητοί μου Κρήτες αρνούμαι να περιμένω πότε θα γονιμοποιηθεί η απελπισία για να γεννηθούν καινούρια πράγματα στη χώρα μου.
Η σημερινή γενιά των παιδιών μας δεν μπορούν να γίνουν σκιές ανθρώπων, Δροσουλίτες της δικής μας ανευθυνότητας.
Σας ευχαριστώ πολύ.
|