Βιβλιοπαρουσίαση - Τα βήματα του Έστερναχ
Ομιλία Αλ. Παπαδόπουλου
Κοζάνη, Αίθουσα Φίλιππος, 23/1/2009
Κυρίες και Κύριοι,
Τα βήματα του Έστερναχ με έφεραν στην πάντα ανήσυχη και ενδιαφέρουσα Κοζάνη, για αυτό θέλω να ευχαριστήσω την Νομαρχία και τον Δήμο Κοζάνης, το Σύλλογο Ηπειρωτών Κοζάνης, τις εκδόσεις της Εστίας και το Συνεταιριστικό Βιβλιοπωλείο Κοζάνης που οργάνωσαν τη σημερινή παρουσίαση. Θα ήθελα επίσης να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου στις σημαντικές προσωπικότητες της δημόσιας ζωής, οι οποίοι μου έκαναν την εξαιρετική τιμή να παρουσιάσουν αυτό το βιβλίο:
Τους ευχαριστώ όλους και για τα, έστω καθ’ υπερβολή, καλά λόγια που είπαν για μένα.
Θέλω παράλληλα και ιδιαίτερα να ευχαριστήσω τον συντονιστή της εκδήλωσης, τον φίλο Πασχάλη Μητλιάγκα, ο οποίες έγραψε την δική του σημαντική ιστορία ως Νομάρχης Κοζάνης.
Πάνω απ’ όλους όμως θέλω να ευχαριστήσω όλους εσάς, αγαπητοί φίλοι και πολίτες της Κοζάνης, καθώς και όσους ήρθαν σήμερα εδώ από άλλες πόλεις της Δυτικής Μακεδονίας, και μου προσφέρατε την ιδιαίτερη εύνοια της μεγάλης συμμετοχής σας στην παρουσίαση αυτού του δοκιμίου.
Το βιβλίο αυτό το έγραψα το περασμένο καλοκαίρι στην Ικαρία. Σ’ εκείνες τις καλοκαιρινές νύχτες, μακριά από την τριβή της αρρωστημένης καθημερινότητας, συνειδητοποίησα ότι για δύο περίπου δεκαετίες υπήρξα συμμέτοχος και συνυπεύθυνος στη λήψη καθοριστικών αποφάσεων, με θετικές ή και αρνητικές συνέπειες για τη χώρα. Έπρεπε λοιπόν να βγάλω ένα συμπέρασμα όχι για όσα καλά ή κακά έγιναν τα 20 αυτά χρόνια, αλλά με αφετηρία τα σημερινά κατασταλάγματα τι πρέπει να γίνει την επόμενη δεκαετία στη χώρα μας.
Το συμπέρασμά μου είναι ξεκάθαρο: η ελληνική κοινωνία παραμένει στο περιθώριο των εξελίξεων, αμέτοχη και ανέπαφη. Η χώρα πορεύεται τυφλά, χωρίς σχέδιο, χωρίς στόχους, χωρίς ρυθμό. Κυριαρχεί μια προκλητική αδιαφορία απέναντι στους λόγους εξαιτίας των οποίων η Ελλάδα κατηφορίζει στο περιθώριο των ευρωπαϊκών χωρών με έντονα σημάδια παρακμής και έλλειψης δυναμισμού.
Στην αυγή του 21ου αιώνα η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με τα καινούργια της διλήμματα. Τα σημαντικά επιτεύγματά της στο τελευταίο τέταρτο του προηγούμενου αιώνα είναι εξαιρετικά εύθραυστα.
Η κρίση η οποία ενέσκηψε στη χώρα δεν είναι μόνο οικονομική και λόγω της διεθνούς συγκυρίας. Είναι το σύμπτωμα της θεσμικής, κοινωνικής, πολιτικής και εν τέλει βαθειάς πολιτισμικής κρίσης που διέρχεται η χώρα. Είναι το αποτέλεσμα ενός φονικού μείγματος των 5 αυτών εθνικών ελλειμμάτων, τα οποία δυστυχώς η ελληνική κοινωνία είναι απροετοίμαστη να αντιμετωπίσει.
Επιτρέψτε μου να επιχειρήσω πρώτα μερικά σχόλια για αυτή καθ’ αυτή την οικονομική κρίση.
Είναι αξιοπερίεργο π.χ. ότι, ακόμη και όταν οι άνεμοι της διεθνούς κρίσης αφαιρούν από πάνω μας και το τελευταίο φύλλο συκής, όπως αυτές τις μέρες, οι εκπρόσωποι των δυνάμεων καθήλωσης της χώρας συνεχίζουν να προσποιούνται ότι τίποτα σοβαρό δεν συμβαίνει και επιδίδονται με το γνωστό θράσος στην αγορά πολιτικού χρόνου, είτε μεταθέτοντας τις ευθύνες για την κρίση σε εξωγενείς παράγοντες είτε τις ευθύνες για την αντιμετώπιση της κρίσης στο μέλλον. Αυτό είναι ένα ύπουλο και ανήθικο παιχνίδι σε βάρος της οικονομίας και εντέλει του ελληνικού λαού.
Λίγοι τολμούν να ομολογήσουν την σκληρή αλήθεια ότι (α) η κρίση που έχει εισβάλλει στην Ελλάδα είναι ενδογενής και θα εκδηλωνόταν ανεξάρτητα από τη διεθνή κρίση και (β) ότι θα προκαλέσει κλιμακούμενες επώδυνες καταστάσεις στο λαό τα επόμενα πολλά χρόνια.
Σημαντικότερο πρόβλημα και από την ίδια την κρίση είναι το πρόβλημα της αυτογνωσίας, από το οποίο πηγάζει το πρόβλημα της αναξιοπιστίας της χώρας και της αδυναμίας της να το αντιμετωπίσει.
Ο αυτάρεσκος, ανεύθυνος και μονοσήμαντα επικοινωνιακός πολιτικός λόγος έχει οδηγήσει εκείνους που ασκούν εξουσία στη χώρα μας να πιστεύουν τελικά και οι ίδιοι τα ψεύδη που κάθε φορά εκστομίζουν εν γνώσει της αναληθείας τους. ‘Η να αγνοούν επιδεικτικά και ανήθικα την πραγματικότητα, ώστε να μην ακυρώνονται οι στόχοι των προσωπικών πολιτικών παιγνίων. Αυτό, όμως, έχει σαν συνέπεια την γενικευμένη αναξιοπιστία της χώρας στο εξωτερικό.
Πως μπορείς, για παράδειγμα, να λες ότι η χώρα που έχει τεράστια ελλείμματα και χρέη και που καταναλώνει πολύ περισσότερα απ’ ότι παράγει είναι θωρακισμένη απέναντι στις επιπτώσεις της διεθνούς κρίσης; Ποιος θα σε πάρει στα σοβαρά για να σε δανείσει κάτω από τις δύσκολες σημερινές συνθήκες και να σε βοηθήσει να ανασυγκροτήσεις την οικονομία σου; Φοβάμαι ελάχιστοι και με μεγάλο για εμάς κόστος.
Κυρίες και κύριοι,
Η αυτογνωσία είναι πολύ πιο δυνατή από την επίγνωση.
Το πρωταρχικό καθήκον είναι η σταθεροποίηση της καταρρέουσας οικονομίας, άμεσα, τώρα! Να θυμίσω ότι το ίδιο κάναμε το 1985 καθώς και το 1994, όταν και τότε αντιμετωπίζαμε το φάσμα της χρεοκοπίας. Τώρα όμως υπάρχει μια περίεργη σιωπή. Λίγοι μιλούν για την αναπόδραστη αυτή ανάγκη λήψης σταθεροποιητικών μέτρων. Θέτω ένα ερώτημα από εδώ, από την Κοζάνη, και περιμένω μία απάντηση. Ζητώ ένα επιχείρημα, μια δικαιολογία, έστω μια ερμηνεία.
Γιατί ένα άμεσο πρόγραμμα σταθεροποίησης και σωτηρίας της οικονομίας δεν προβάλλεται από πουθενά ως καθολικό και γενικευμένο αίτημα, όπως θα συνέβαινε σε όλες τις χώρες του κόσμου; Ποιοι είναι εκείνοι που δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους και γιατί δεν το κάνουν;
Αν μια πρόχειρη απάντηση είναι η πολιτική αδυναμία, το πολιτικό κόστος ή το περίσσευμα ιδιοτέλειας, τότε αγαπητοί φίλοι ο ελληνικός λαός είναι προ ενός άλλου, μεγαλύτερου, φοβερού διλλήματος και μιας άλλης μορφής κρίσης, που πρέπει ν’ απαντήσει και να επιλύσει.
Είναι η αδράνεια των πολιτικών, πνευματικών, οικονομικών και κοινωνικών δυνάμεων της χώρας. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι τεχνικό, ούτε στενά οικονομικό. Οι επιπτώσεις αφορούν το μέλλον της χώρας και την επιβίωσή της μέσα σ’ ένα σύστημα σκληρού ανταγωνισμού και μεγάλων απαιτήσεων.
Για να γίνει, όμως, αποδεκτό ένα πρόγραμμα σταθεροποίησης πρέπει να συναινέσουν και οι πολίτες. Αυτό όμως προϋποθέτει ενημερωμένους πολίτες, γιατί οι ενημερωμένοι πολίτες διαβλέπουν τις καταστροφικές συνέπειες της απραξίας, όταν η χώρα είναι βουτηγμένη στα χρέη, η παραγωγική της βάση ασθενής, όταν οι τόκοι είναι παραπάνω απ’ όσα δίνουμε σε παιδεία και υγεία μαζί. Αυτός ο πολίτης θα δει πολύ καχύποπτα και θα απομονώσει όποιον παρακάμπτει όλα αυτά και τάζει χωρίς αντίκρισμα μόνο και μόνο από εξουσιαστική ιδιοτέλεια.
Αυτός ο πολίτης θα ανταποκριθεί και όταν του ζητήσουμε θυσίες, γιατί θα είναι θυσίες δίκαιες και με προοπτική.
Το βάρος της επανασυγκρότησης της χώρας και της οικονομίας δεν πρέπει να πέσει πάνω στα ασθενή και ανήμπορα στρώματα που ορισμένοι θεωρούν εύκολη λεία. Πρέπει να ξεκινήσεις από τα πιο προνομιούχα στρώματα και όλους εκείνους οι οποίοι βιώνουν στην λιπαρή νάρκη του καταναλωτισμού που χρηματοδοτεί η μαύρη οικονομία. Αυτοί οφείλουν να καταβάλουν το τίμημα της ανόρθωσης των εσόδων. Ενώ και στο πεδίο των δαπανών να σταματήσει τουλάχιστον η φαύλη παροχολογία και η λαφυραγώγηση των συνειδήσεων με υποσχέσεις νέων προνομίων και αθρόων προσλήψεων στο δημόσιο.
Το εν πολλοίς σήμερα κλεπτοκρατικό σύστημα να εξελιχθεί σε ένα υγιές οικονομικό σύστημα.
Κι όταν ομιλώ για ένα πρόγραμμα σταθεροποίησης της οικονομίας φυσικά δεν αναφέρομαι στις θεωρητικές κατασκευές, τις οποίες αυτές τις μέρες ετοιμάζει η κυβέρνηση προκειμένου να υποβάλλει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, υπό τον βαρύγδουπο τίτλο «Πρόγραμμα Σταθεροποίησης και Ανάπτυξης», επαναλαμβάνοντας κουραστικά αλλά, γι’ αυτή τη στιγμή, και περισσότερο προσβλητικά ανούσιες και γνωστές για πολλά χρόνια διακηρύξεις περί δήθεν περιορισμού της σπατάλης στο Δημόσιο, αύξησης των εσόδων, περιορισμού της φοροδιαφυγής κλπ, χωρίς πουθενά και σε κανένα σημείο να λέει πως και με ποια συγκεκριμένα μέτρα.
Όχι γιατί δεν υπάρχουν ιδέες, προτάσεις και εμπειρίες, όχι γιατί δεν γνωρίζουμε στην Ελλάδα με ποιον τρόπο μπορούμε να ανορθώσουμε την οικονομία μας, να σταματήσουμε την χειροτέρευσή της και να δημιουργήσουμε νέα εφαλτήρια ανάπτυξης. Είναι γιατί φοβόμαστε. Είναι γιατί έχουμε εκπαιδευτεί μόνο να θωπεύουμε. Είναι γιατί παραπλανούμε τον λαό με τυφλές συνταγές ευημερίας. Είναι γιατί η παραοικονομία είναι ο σημαντικότερος πελατειακός χώρος του πολιτικού συστήματος.
Θέτω, προς απόδειξη, εντελώς ενδεικτικά, ένα ερώτημα για να γίνει αντιληπτό τι εννοώ. Μπορεί να μου δώσει κανείς την απάντηση γιατί δεν έχουμε υιοθετήσει ακόμη, προκειμένου να πατάξουμε τη μαύρη οικονομία, το σύστημα της δια μέσου του τραπεζικού συστήματος διεξαγωγής όλων των συναλλαγών μεταξύ των εταιριών, όπως ισχύει σε όλες τις χώρες, εκτός από ελάχιστες ακόμη του τρίτου κόσμου; Όταν το πρότεινα πριν 4 χρόνια, η Κυβέρνηση το αποδέχθηκε ασμένως, ευχαριστώντας με μάλιστα, για να το αποσύρει αμέσως μετά. Τα δε κόμματα της αντιπολίτευσης χαρακτηριστικά σιώπησαν. Ο φόβος του πολιτικού κόστους σκίασε την ευθύνη για μια ακόμη φορά.
Κυρίες και Κύριοι,
Η ιστορία έχει καταδείξει ότι σε περιόδους κρίσης οι λαοί γίνονται συνοδοιπόροι της κοινής προσπάθειας, όταν αντιλαμβάνονται ότι οι ηγεσίες τους γνωρίζουν το πρόβλημα, έχουν στρατηγική αντιμετώπισης και δεν τους εμπαίζουν με ψευδείς απεικονίσεις της πραγματικότητας και μικροπολιτικές θωπείες.
Ας το καταλάβουμε όλοι επιτέλους: Η περίοδος της ευημερίας της υπερκατανάλωσης που χρηματοδότησαν τα 15 τελευταία χρόνια οι Τράπεζες, μέσω των χαμηλών διεθνών επιτοκίων, καθώς και η μαύρη οικονομία και οι υψηλοί και αβάσταχτοι δανεισμοί του Δημοσίου, τέλειωσε για τη χώρα μας.
Πρέπει τώρα να συγκροτήσουμε μια χώρα, όπου η οικονομία της θα παράγει προϊόντα και όχι δάνεια και χρέη.
Αντίθετα απ’ όσα διακινούν οι πάσης φύσεως δημοκόποι, η απουσία μέτρων σταθεροποίησης της οικονομίας θα έχει πιο οδυνηρές επιπτώσεις στα αδύναμα λαϊκά στρώματα απ’ ό,τι στα υψηλά εισοδήματα.
Κυρίες και Κύριοι,
Η αντιμετώπιση όχι μόνο της οικονομικής αλλά και της συνολικής κρίσης στην πατρίδα μας ιδιαίτερα και αυτή τη στιγμή, μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από εκλογές το συντομότερο δυνατόν. Αλλά θέλω να διευκρινίσω ότι οι εκλογές από μόνες τους δεν λύνουν τα προβλήματα, ως πανάκεια. Οι εκλογές θα κομίσουν λύσεις αν με αυτές γεννηθεί στην ελληνική κοινωνία και ένα νέο πνεύμα ως προς τον χαρακτήρα της σύγχρονης τάξης πραγμάτων στη χώρα. Μόνο αν ανοίξουν ένα βιώσιμο μεταρρυθμιστικό δρόμο αλλαγών και ανατροπών. Αν απαλλάξουν τη χώρα από τους πολιτικούς, διοικητικούς και οικονομικούς παραθεσμούς που υποκατέστησαν τους θεσμούς του ελληνικού κράτους. Αν μας απαλλάξουν από τα είδωλα της λαϊκής πλάνης και από τις συσκοτισμένες διάνοιες του φαύλου επικοινωνιακού λόγου.
Η Ελλάδα, παρά την πρόοδο της τελευταίας εικοσαετίας, δεν διαθέτει το απαραίτητο θεσμικό και πολιτικό οπλοστάσιο, καθώς και τα οργανωτικά πλαίσια, προκειμένου να ενσωματώσει αποτελεσματικά τα γεγονότα του νέου αιώνα. Είναι πρωταρχικό μας καθήκον να το δημιουργήσουμε.
Μόνο με ολιστικές παρεμβάσεις που θα έχουν στόχο την εξυγίανση όλων των ασθενών πεδίων θα αποκτούσε περιεχόμενο η προσπάθεια ανάταξης και προσαρμογής της χώρας. Γι’ αυτό το πρώτο σημείο αυτής της παρέμβασης, μετά τα πρώτα μέτρα σωτηρίας της οικονομίας, πρέπει να είναι μια νέα λειτουργία του ίδιου του πολιτικού συστήματος, ώστε να είναι δυνατόν να ακολουθήσουν οι μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις στα άλλα πεδία άσκησης πολιτικής και δημόσιας λειτουργίας.
Πρώτη προϋπόθεση, λοιπόν, μιας νέας αναγεννητικής πορείας κατά την επόμενη δεκαετία είναι να απαλλαγεί η χώρα από τη «δημοκρατικότητα» της αδράνειας του σημερινού πολιτικού συστήματος. Να απαλλαγεί δηλαδή, σταδιακά αλλά όχι αργά, από την παρωχημένη κουλτούρα που διαμόρφωσε το πλαίσιο της σημερινής δράσης και συμπεριφοράς των πολιτικών δυνάμεων και από τον ιδιότυπο αυτισμό, με βάση τον οποίο είτε αγνοεί τις εξελίξεις είτε τις αξιολογεί απομακρυσμένες από τα πραγματικά συμφέροντα των πολιτών και του δημόσιου συμφέροντος. Και για να γίνει τούτο, δύο είναι οι απαραίτητες και αναγκαίες συνθήκες:
Πρώτον, μέσα από ένα συγκροτημένο πρόγραμμα μέτρων, να σπάσουν χωρίς καθυστέρηση ένας προς έναν όλοι οι κρίκοι της αλυσίδας εκείνων των πολιτικών παραθεσμών που καθηλώνουν την πολιτική λειτουργία της χώρας σε μια ιδιότυπη αδράνεια.
Δεύτερον, μέσα από μια συνολική πολιτική μεταρρυθμίσεων, από ένα μεταρρυθμιστικό σοκ, να σπάσουν επιτέλους όλοι οι κρίκοι της πολιτικής υποταγής στα επιμέρους συμφέροντα και προνόμια.
Κυρίες και Κύριοι
Η αυτογνωσία, για την οποία ήδη σας μίλησα και επιμένω σ’αυτή, με οδηγεί στη διαπίστωση ότι η πλειοψηφία της πολιτικής ελίτ της χώρας έχει υιοθετήσει παρωχημένες ιδέες και έχει ενθαρρύνει τη μετριοκρατία και τον κομματισμό. Ανέχθηκε, αν δεν υποδαύλισε, αντιθεσμικές συμπεριφορές. Λησμόνησε και περιφρόνησε όσα διακήρυξε και όσους είχε καταπείσει. Έγινε έρμαιο των δυνάμεων της καθήλωσης και της καθυστέρησης. Η σημερινή πορεία της χώρας θα ήταν πιθανόν διαφορετική, αν δεν είχε απαρνηθεί ακόμη και τη γεμάτη μεταπτώσεις και αντιφάσεις μεταπολιτευτική ιστορία της.
Δυστυχώς, ο κανόνας στην πολιτική σήμερα είναι η υιοθέτηση – με ενθουσιώδη μάλιστα ελαφρότητα – των υποδείξεων των «τεχνικών» της πολιτικής και της επικοινωνίας. Η γνήσια πολιτική, όμως, δεν είναι ούτε τεχνική ούτε ειδύλλιο. Δεν μπορεί να κυριαρχείται μόνο από τις ψυχρές αφαιρέσεις των σκοπιμοτήτων. Δεν μπορεί να καθορίζεται από διάφορους ειδικούς, κατέχοντες την «συμπυκνωμένη άγνοια», εν ονόματι και για λογαριασμό φιλοδοξιών και συμφερόντων. Η προσφέρουσα πολιτική είναι εκείνη που εκφράζεται με γνήσιο συναισθηματικό κριτήριο, είναι γεμάτη από ευθύνη μόνο για τη χώρα και το δημόσιο συμφέρον, λειτουργεί με ορθολογισμό και χαρακτηρίζεται από ευστάθεια στις αποφάσεις και τους στόχους.
Κυρίες και Κύριοι,
Με την ευκαιρία της παρουσίας μου σήμερα στην Κοζάνη θέλω να επαναλάβω με συντομία τις σταθερές απόψεις μου σε σχέση με την ανούσια ρητορεία περί των πολιτικών εξελίξεων που αναπτύσσεται την πυρετώδη και άκαρπη περίοδο που διερχόμαστε.
Πολλοί ισχυρίζονται ότι η λύση του σημερινού πολιτικού αδιεξόδου μπορεί να προέλθει μέσα από απροσδιόριστης μορφής δεξιώθεν και αριστερώθεν συνεργασίες. Η πεποίθησή μου είναι ότι μια νέα πορεία της χώρας δεν μπορεί να προέλθει ούτε μέσα από τεχνικές συγκολλήσεις ετερόκλητων ιδεολογικών και πολιτικών στοιχείων, ούτε με προεκλογικές ή μετεκλογικές συνεργασίες και συμπράξεις νομής της εξουσίας, ούτε με κάθε μορφής πολιτικές επιλογές και σενάρια που θα οδηγήσουν σε καταστάσεις ακυβερνησίας και θα ρημάξουν τη χώρα.
Η περίοδος απαιτεί συμπαγείς πολιτικές αποφάσεις από στιβαρές πολιτικές δυνάμεις. Απαιτεί πολιτικούς statesman και όχι ήρωες του Σαίξπηρ.
Η ανάταξη της χώρας μπορεί να προέλθει από την πολιτισμική, ιδεολογική και πολιτική μήτρα της δημοκρατικής παράταξης.
Το ΠΑΣΟΚ είναι η ιστορική συνέχεια και φυσικός εκφραστής της δημοκρατικής και προοδευτικής παράταξης της πατρίδας μας, και έχει ταυτιστεί με τις αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις που εγκαθίδρυσαν την κοινωνική δικαιοσύνη, θωράκισαν τη χώρα και την οδήγησαν στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τώρα οφείλει να εκφράσει όσο γίνεται πιο δυνατά και καθαρά το αίτημα της κοινωνίας για την επανεκίνηση και την ολοκλήρωση του εκσυγχρονισμού και της αναθέσμισης της χώρας.
Κυρίες και Κύριοι,
Θέλω να διακινδυνεύσω δύο πρόωρες ίσως εκτιμήσεις, από εδώ, από την Κοζάνη. Το πρώτο είναι ότι οι εκλογές στη χώρα μας θα διεξαχθούν όταν η παρούσα κυβέρνηση, κάτω από το βάρος των επώδυνων οικονομικών εξελίξεων και των διεθνών πιέσεων, θα συρθεί να συγκροτήσει και να εφαρμόσει ένα πραγματικό πρόγραμμα σταθεροποίησης της οικονομίας. Και προκειμένου να το αποφύγει, θα επιχειρήσει εκλογές.
Το δεύτερο, εν συνεχεία, μήνυμα είναι ότι σε αυτή την περίπτωση οι πολίτες θα έχουν ήδη βιώσει σε ατομικό επίπεδο τις οδύνες της κρίσης, αλλά κυρίως στο επίπεδο της συλλογικής συνειδητοποίησης, θα αναγνωρίσουν ανάγλυφα το αδιέξοδο της χώρας. Τότε, με την αμείλικτη διαύγεια που έχει η γλώσσα των πραγμάτων θα απαιτήσουν απ’ όλες τις πολιτικές δυνάμεις, πλέον, όχι ανώδυνες και ελκυστικές προεκλογικές θωπείες, αλλά ένα σαφές, συγκροτημένο και ρεαλιστικό πρόγραμμα εξόδου από την κρίση.
Κυρίες και Κύριοι,
Τελειώνοντας, θέλω να σας πω ότι το βιβλίο αυτό περιέχει – κατά την προσωπική μου αντίληψη – τις κρίσιμες επιλογές της χώρας για την επόμενη δεκαετία. Σήμερα, εδώ, μίλησα για κάποιες από αυτές. Σίγουρα δεν είναι εύκολες, αλλά δεν έγραψα το βιβλίο αυτό για να κάνω κήρυγμα ευκολίας.
Η γενιά της μεταπολίτευσης παρέλαβε έναν τόπο με ανοιχτές και μεγάλες προοπτικές. Η σημερινή γενιά έχει υποχρέωση να προχωρήσει σε στέρεες νέες πραγματικότητες.
Βέβαια, είναι γεγονός ότι βιώνουμε καιρούς δύσκολους και δύσβατους. Υπάρχει παντού μια γενική και γενικευμένη σύγχυση. Άλλοι προβλέπουν ότι ζυγώνει πνευματικός λιμός, άλλοι παραπονιούνται για ασύμμετρη ανάπτυξη της τεχνικής και της ηθικής. Υπάρχουν αυτοί που μιλούν για κάμψη της δημοκρατικής αρετής, εκείνοι που ασφυκτιούν από τον καλωδιακό στραγγαλισμό και άλλοι που θρηνούν για το μεγάλο ιδεολογικό κραχ.
Όλα αυτά μπορεί να έχουν μια δόση αλήθειας. Να αποτελούν ένα κομμάτι της ζωής και της κοινωνίας μας! Ωστόσο, ο κίνδυνος βρίσκεται στη διόγκωση αλλά και στην αδιαφορία. Βρίσκεται στη μονόπλευρη και μονοσήμαντη οπτική και συχνά γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης και καπηλείας από εκείνους που επιδίδονται στη χημική επεξεργασία της πληροφόρησης, από άλλους που αρέσκονται σε λαϊκίστικες θωπείες, ή από κάποιους τρίτους που επινοούν «νέες μορφές δυστυχίας».
Όλοι μας αισθανόμαστε το αποπνικτικό νέφος της παρακμής να μας περιβάλλει, να μας απειλεί. Όλοι αισθανόμαστε το βύθισμα στη λιπαρή νάρκη του χυδαίου καταναλωτισμού.
Πώς όμως να αγνοήσουμε και τις νησίδες της αρετής, τους θύλακες της αντίστασης που υπάρχουν στον λαό μας και δεν τους έχει εξαφανίσει η τρομοκρατία του παραπλανητικού λαϊκισμού και της δημοκοπίας; Των παραθεσμών, της μαύρης οικονομίας και ο πολιτισμός των νεόπλουτων; Σε αυτές τις νησίδες της αρετής που υπάρχουν σ’ όλη τη χώρα εκτρέφεται η ελπίδα. Και εκεί κυοφορείται το μέλλον.
Πιστεύω ότι δεν θα υποπέσω στο ολίσθημα της υπερβολής, αν ισχυρισθώ ότι σήμερα διαμορφώνεται μια νέα γενιά ανθρώπων σε ολόκληρο το πολιτικοκοινωνικό φάσμα, στο χώρο τον εργασιακό και στο χώρο τον επιχειρηματικό και τον επιστημονικό, που μπορούν να στοχάζονται και να κρίνουν ορθά, να δρουν και να πράττουν με ευθυκρισία και ευθυγνωμία και ακόμη να οραματίζονται ελεύθερα.
Η επικράτηση όμως του φόβου και όχι της προσδοκίας για το αύριο υποσκάπτουν την αυτοπεποίθηση της νέας γενιάς και της χώρας. Ο κίνδυνος μιας νέας αστάθειας δεν μπορεί να είναι το μέλλον τους.
Η μορφή του μέλλοντος εξαρτάται από το πλέγμα των νέων θεσμών που θα οικοδομήσουμε μέσα σ’ ένα καινούργιο πλαίσιο αλλαγών και εξελίξεων. Η Ελλάδα οφείλει να σφυρηλατήσει την ταυτότητά της και να προσδιορίσει τα συμφέροντά της, αφενός σε σχέση με τις ενδογενείς εξελίξεις στην Ευρώπη, αφετέρου μέσα από τις διαμορφώσεις του άνισου διεθνούς ανταγωνισμού.
Ο ελληνισμός πρέπει να παύσει να εξελίσσεται ως το ανάπηρο καθυστέρημα της Ευρώπης.
Γι’ αυτό μια νέα δύναμη αλλαγής είναι επιτακτικό να διαπεράσει τους πολιτικούς θεσμούς και τις επικρατούσες πεποιθήσεις. Να ανοίξει το συντομότερο ένας βιώσιμος μεταρρυθμιστικός δρόμος.
Προϋπόθεση όμως αυτού είναι ότι η ελληνική κοινωνία δεν πρέπει να υποκύψει στην ιδεολογική τρομοκρατία που ασκούν καθημερινά οι δημοκόποι διαδηλωτές της ακινησίας της.
Αν και οι αντιλήψεις που δυστυχώς κυριαρχούν σήμερα καθηλώνουν τη χώρα, ωστόσο το πνεύμα του εκσυγχρονισμού δεν χάθηκε. Θα επανακάμψει σύντομα ως ανάγκη ζωτική. Το μέλλον της Ελλάδας είναι η μετεξέλιξή της σε μια σύγχρονη χώρα. Ήδη ένα νέο, αμορφοποίητο ίσως ακόμη, αίτημα διατρέχει την ελληνική κοινωνία. Είναι αυτό που στον πυρήνα του επιζητά να εξαφανίσει οριστικά το ιστορικό έλλειμμα της χώρας σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές κοινωνίες. Υπάρχει βοή και απαίτηση να γεννηθούν καινούργια πράγματα στη χώρα.
Εγώ πάντως είμαι αισιόδοξος. Ελπίζω ότι η βαθιά οικονομική και θεσμική κρίση που βιώνουμε θα οδηγήσει τον λαό μας σε μία νέα αφύπνιση και θα αποτελέσει μία νέα ευκαιρία για τον τόπο.
Ο πολιτικός ρεαλισμός της επόμενης δεκαετίας είναι να δώσει σάρκα και οστά στο όνειρο του λαού μας.
Η κατεύθυνση των πραγμάτων δεν μπορεί να παραμένει για πάντα συγκεγχιμένη.
Και η πορεία της χώρας μας δεν μπορεί να παραμένει και αυτή μετέωρη.
Ευχαριστώ.
|